Οι εισαγωγές χάλυβα, σιδήρου, τσιμέντου, λιπασμάτων, αλουμινίου και ηλεκτρισμού από τρίτες χώρες είναι οι πρώτες που θα επιβαρυνθούν με το φόρο άνθρακα στα ευρωπαϊκά σύνορα, που ετοιμάζεται να θεσπίσει η ΕΕ από 1/1/2023. Ήδη όμως συζητείται να ενταχθούν στον φόρο άνθρακα και οι εισαγωγές υδρογόνου.
Μάλιστα αρκετοί Ευρωπαίοι παραγωγοί και οι φορείς που τους εκπροσωπούν ζητούν το μέτρο να εφαρμοστεί νωρίτερα, λόγω του ανταγωνισμού από ανάλογα προϊόντα και υλικά τρίτων χωρών, όπου δεν επιβάλλονται δικαιώματα εκπομπής ρύπων.
Ο φόρος άνθρακα στα σύνορα είναι ένα από τα μέτρα που θα περιλαμβάνεται στο πακέτο, το οποίο αναμένεται να ανακοινώσει η Κομισιόν στις 14 Ιουλίου, με στόχο την εντατικοποίηση των πολιτικών για την επίτευξη ως το 2030 του στόχου μείωσης της εκπομπής CO 2 κατά 55%
Πρόσφατα 6 μεγάλες ευρωπαικές εταιρίες ηλεκτρικής ενέργειας κατέθεσαν αίτημα στις Βρυξέλλες να επιβληθεί φόρος άνθρακα στα σύνορα και στις εισαγωγές υδρογόνου από τρίτες χώρες.
Τη σχετική επιστολή υπογράφουν οι ευρωπαϊκοί όμιλοι ηλεκτρικής ενέργειας EDF (Γαλλία), EDP (Πορτογαλία), Enel (Ιταλία), Iberdrola (Ισπανία), McPhy (Γαλλία) και Ørsted (Δανία), καθώς και Το Ταμείο ESB Energy for Generations (Ενέργεια για Γενεές) και η Ευρωπαϊκή Ένωση για την Αποθήκευση Ενέργειας (EASE)
Στόχος είναι μέσω του φόρου άνθρακα "να αποφευχθεί η εισαγωγή υδρογόνου, παραγόμενου από ορυκτά, που εκπέμπουν αέρια του θερμοκηπίου" στην αγορά της ΕΕ, αναφέρει η επιστολή.
Όπως υποστηρίζουν οι εταιρίες, οι εισαγωγές υδρογόνου της κατηγορίας αυτής θα καθιερώσουν έναν αθέμιτο ανταγωνισμό με την εκκολαπτόμενη παραγωγή καθαρού υδρογόνου και θα εμποδίσουν την ανάπτυξη μιας βιομηχανικής αλυσίδας αξίας υδρογόνου της ΕΕ
Σύμφωνα με όσα έχουν διαρρεύσει στον διεθνή τύπο για το νέο πακέτο μέτρων της ΕΕ , ο Μηχανισμός Προσαρμογής Άνθρακα στα Σύνορα της ΕΕ (CBAM) θα εφαρμοστεί στο χάλυβα, το σίδηρο, τι τσιμέντο, τα λιπάσματα, το αλουμίνιο και το ηλεκτρικό ρεύμα σταδιακά από το 2023. Η σταδιακή επιβολή θα ολοκληρωθεί το 2026 και στη συνέχεια το μέτρο θα μπορούσε να επεκταθεί και σε άλλους τομείς.
Σήμερα, σχεδόν το σύνολο του υδρογόνου, που χρησιμοποιείται κυρίως από τη βιομηχανία, παράγεται από ορυκτά καύσιμα, όπως το φυσικό αέριο.
Σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχει ο κίνδυνος τα υψηλά επίπεδα εκπομπών CO2 να ενσωματωθούν στο εισαγόμενο υδρογόνο, πράγμα που θα ήταν αντίθετο με τη στρατηγική της ΕΕ για την κλιματική ουδετερότητα και την Πράσινη Συμφωνία.
«Η από ανθρακοποίηση της υπάρχουσας παραγωγής υδρογόνου και η προώθηση της ανάπτυξης καθαρού υδρογόνου είναι στρατηγικοί στόχοι της ΕΕ», ανέφερε στο Euractiv ο κ. Γιώργος Χατζημαρκάκης, γενικός γραμματέας της Hydrogen Europe, ενός οργανισμού που προωθεί την ανάπτυξη υποδομών παραγωγής υδρογόνου στην ΕΕ.
"Εάν η ΕΕ αποφασίσει να εφαρμόσει ποσοστώσεις για τη χρήση καθαρού υδρογόνου , ενώ σε άλλες χώρες εκτός ΕΕ δεν ισχύουν τα ανάλογα, τότε δεν θα υπάρξουν ίσοι όροι ανταγωνισμού”,πρόσθεσε.
Στο πλαίσιο αυτό ο κ. Χατζημαρκάκης τάχθηκε υπέρ της εφαρμογής ενός φόρου άνθρακα στα σύνορα της ΕΕ για τις εισαγωγές υδρογόνου και ίσως και στην υιοθέτηση ενός μηχανισμού προσαρμογής στα σύνορα για τις εξαγωγές, προκειμένου να δημιουργηθεί ένα παγκοσμίως αποδεκτό σύστημα αξιολόγησης της περιεκτικότητας σε άνθρακα των καυσίμων και των αερίων.
Στόχος είναι η δημιουργία ενός διεθνούς συστήματος εγγυήσεων προέλευσης, το οποίο θα βασίζεται σε ένα σύστημα πιστοποίησης για τη μέτρηση της περιεκτικότητας σε άνθρακα των καυσίμων που κατασκευάζονται στην Ευρώπη ή εισάγονται στην αγορά της ΕΕ.
Εν τω μεταξύ έντονη διαφωνία έχει ξεσπάσει μεταξύ των χωρών που ενδιαφέρονται να εισάγουν υδρογόνο και εκείνων που υποστηρίζουν η παραγωγή να γίνεται εντός ΕΕ, εφόσον το συγκεκριμένο αέριο δεν σχετίζεται με κάποια χώρα προέλευσης αλλά παράγεται με συγκεκριμένες τεχνολογίες.
Η Γερμανία είναι η πρώτη από τις χώρες της ΕΕ που ενδιαφέρεται να εισάγει υδρογόνο από τρίτες χώρες. Στις 14 Ιουνίου, η κυβέρνηση του Βερολίνου υπέγραψε διμερή συμφωνία με την Αυστραλία προκειμένου να διευκολύνει μια αλυσίδα εφοδιασμού πράσινου υδρογόνου μεταξύ των δύο χωρών.
Η Ολλανδία, το Βέλγιο και η Ισπανία έχουν επίσης δηλώσει την πρόθεσή τους να υποστηρίξουν την εισαγωγή πράσινου υδρογόνου από χώρες με την ικανότητα να το παράγουν σε μεγάλες ποσότητες.
Όμως δεν είναι όλες οι χώρες της ΕΕ υπέρ των εισαγωγών. Στην τελευταία σύνοδο του Συμβουλίου Ενέργειας της ΕΕ τον Ιούνιο, οι υπουργοί της Γαλλίας, της Εσθονίας, της Ουγγαρίας και της Πολωνίας τάχθηκαν κατά των εισαγωγών υδρογόνου, λέγοντας ότι προτεραιότητα των Βρυξελλών πρέπει να είναι η παραγωγή υδρογόνου εντός της ΕΕ
«Προς το παρόν εισάγουμε πρώτες ύλες, όπως πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα, επειδή δεν τα παράγουμε στην αναγκαία ποσότητα. Γιατί αυτό το μοτίβο πρέπει να συνεχιστεί με το υδρογόνο;" δήλωσε εκπρόσωπος της γαλλικής εταιρίας παραγωγής υδρογόνου Lhyfe.