Tην ώρα που η ενεργειακή κρίση δείχνει να υποχωρεί στην Ευρώπη, μια νέα πιθανή κρίση, τραπεζική αυτή τη φορά, έρχεται να αλλάξει και πάλι στο σκηνικό της οικονομίας. Και ένα από τα πολλά ερωτήματα που θέτει η τρέχουσα τραπεζική αναταραχή είναι αν τελικώς θα επηρεάσει τον τομέα της ενέργειας και πώς.
Η “φωτιά” που άναψε και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, με την κατάρρευση της αμερικανική τράπεζας Silicon Valley Bank (SVB) και της ελβετικής Credit Suisse αλλά και ορισμένων μικρότερων αμερικανικών τραπεζών μπορεί ακόμα να μην έχει μεταφραστεί σε κρίση, που να προοιωνίζεται ύφεση, οι αναλυτές θεωρούν όμως πλέον ως δεδομένο ότι θα αλλάξουν πολλά στοιχεία της πολιτικής που ακολουθούσαν μέχρι τώρα οι κεντρικές τράπεζες σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Η πρώτη αντίδραση του πετρελαίου στις τραπεζικές εξελίξεις ήταν μία απότομη βουτιά στις τιμές, περίπου 20% μέσα σε λιγότερο δύο εβδομάδες, υποχωρώντας από τα 85 δολ/βαρέλι περίπου στα 70 δολ/βαρέλι. Χθες το brent στην αγορά του Λονδίνου κυμαινόταν λίγο κάτω από τα 75 δολ/βαρέλι. Η Goldman Sacks έσπευσε να αναθεωρήσει αρνητικά τις προβλέψεις για τις τιμές του πετρελαίου και ενώ πριν “σκάσουν” η SVB και η Credit Suisse τοποθετούσε τη τιμή του Brent στα 100 δολ/βαρέλι για το δεύτερο εξάμηνο του έτους, τώρα προβλέπει ότι οι τιμές θα κινηθούν στα 94 δολ/βαρέλι τους επόμενους δώδεκα μήνες και στα 97 δολ/βαρέλι το 2024.
Στενότητα στην προσφορά πετρελαίου μπορεί να υπάρχει ακόμα και είναι η βασική αιτία που οι αναλυτές προβλέπουν μία άνοδο τιμών μακροπρόθεσμα. Ομως οι ανησυχίες για τη στενότητα προσφοράς έχουν αρχίσει να επισκιάζονται από τον φόβο μίας επερχόμενης ύφεσης που θα μπορούσε να ρίξει τις τιμές χαμηλότερα.
Η τιμή του φυσικού αερίου, όπως αποτυπώνεται στο δείκτη αναφοράς TTF, δείχνει επίσης υποτονική, Στο άνοιγμα της ενδοημερήσιας αγοράς του ολλανδικού hub το συμβόλαιο TTF Απριλίου έπεσε χθες στα 38,5 ευρώ/MWh για να διαμορφωθεί λίγο πριν το κλείσιμο στα 41,335 ευρώ/MWh.
Το αν η πτωτική τάση θα διατηρηθεί θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και τις πολιτικές που θα εφαρμοστούν.
Μία από τις μεγάλες αλλαγές που έφερε το τραπεζικό κραχ αφορά στα επιτόκια. Μέχρι πρόσφατα η ΕΚΤ, όπως και η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) αύξαναν τα βασικά τους επιτόκια για να αναχαιτίσουν τον πληθωρισμό. Μάλιστα η ΕΚΤ τα αύξησε εκ νέου την περασμένη εβδομάδα κατά 50 μονάδες βάσης, ενώ σήμερα αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον η απόφαση της Fed για τα αμερικανικά βασικά επιτόκια.
Ομως παρότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αύξησε τα επιτόκια, τα γερμανικά επιτόκια χρονικού ορίζοντα 2 ετών, ήδη από την περασμένη εβδομάδα και μέσα σε διάστημα 7 ημερών, μειώθηκαν από 3,3% σε 2,4%, όπως αναφέρει το Bloomberg. Παρόμοιες κινήσεις καταγράφηκαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αυτή ήταν μια από τις πιο απότομες κινήσεις επιτοκίων εδώ και δεκαετίες και σηματοδοτεί την εμφάνιση μιας μεγάλης οικονομικής απειλής, υπογραμμίζουν οι αναλυτές
Η απότομη πτώση των επιτοκίων την περασμένη εβδομάδα ήταν ένα παγκόσμιο και όχι μόνο ευρωπαϊκό γεγονός και αντανακλά την τιμολόγηση της αγοράς έναντι μίας πιθανής αλλαγής στην πολιτική των κεντρικών τραπεζών. Oι περισσότεροι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι πρέπει να σταματήσουν οι αυξήσεις επιτοκίων (και πιθανώς να μειωθούν επιθετικά) προκειμένου να περιοριστεί η τραπεζική αναταραχή. Ταυτόχρονα υπογραμμίζουν τον αυξανόμενο κίνδυνο για την οικονομική ανάπτυξη, που συνιστά η ταχεία συρρίκνωση του τραπεζικού δανεισμού.
Η τραπεζική κρίση ήδη αντανακλάται στις κινήσεις των τιμών των εμπορευμάτων τις τελευταίες δύο εβδομάδες, στις τιμές πετρελαίου, φυσικού αερίου, άνθρακα και μετάλλων.
Το ερώτημα όμως είναι αν το φαινόμενο αυτό θα έχει διάρκεια και τελικώς πόσο θα επηρεάσει τις τιμές της ενέργειας, οι οποίες το 2022 είχαν εκτοξευτεί σε πρωτοφανή ύψη.
Αναλυτές, ενός από τα μεγαλύτερα αμερικανικά fund , της Citadel εκτιμούν μεν ότι θα εκδηλωθεί στενότητα στον πιστωτικό τομέα, δηλαδή ότι τα δάνεια θα μειωθούν μετά την τελευταία τραπεζική κρίση, αλλά με τα ως τώρα δεδομένα θεωρούν ότι η οικονομική επιβράδυνση δεν είναι αρκετή για να βυθίσει τις τιμές των εμπορευμάτων.
«Η άμεση απάντηση στην τραπεζική αναταραχή θα είναι η αυστηροποίηση των κανονισμών και η απαίτηση για υψηλότερους δείκτες κεφαλαίου, που θα μειώσουν την ταχύτητα του δανεισμού», δήλωσε ο Sebastian Barrack, επικεφαλής εμπορευμάτων της Citadel, στο περιθώριο της Financial Times Global Commodities Summit, σύμφωνα με το Reuters
Προς το παρόν πάντως ο κίνδυνος δεν είναι συστημικός, καθώς πολλά δάνεια ιγα αγορές εμπορευμάτων καλύπτονται από εξασφαλίσεις, επομένως δεν αναμένεται σημαντικός αντίκτυπος.”, πρόσθεσε
Προς το παρόν οι αναλυτές θεωρούν ότι οι παγκόσμιες αγορές απέχουν πολύ από μια ύφεση όπως αυτή το 2007-2008, προσθέτοντας ότι η απώλεια 1-2% στο παγκόσμιο ΑΕΠ δεν θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στη ζήτηση πετρελαίου, που αναμένει ότι θα ανακάμψει το δεύτερο εξάμηνο του 2023.
Αυτό που είναι σημαντικό είναι το βάθος της ύφεσης. “Το παγκόσμιο ΑΕΠ θα έπρεπε να περιοριστεί κατά 5-6% για να υπάρξει σημαντικό αντίκτυπο στις τιμές των εμπορευμάτων”κατέληξε