Οι τιμές του ηλεκτρισμού στην Ελλάδα θα συνεχίσουν να διαμορφώνονται σε υψηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα, όσο αναπροσαρμόζεται ο ενεργειακός εφοδιασμός και συντελείται η στροφή προς τη πράσινη παραγωγή ενέργειας, σύμφωνα με σχετική μελέτη της Eurombank.
H ίδια μελέτη αποδίδει τις υψηλότερες τιμές ηλεκτρισμού της εγχώριας χονδρικής αγοράς σε σχέση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο σε μία σειρά από παράγοντες, όπως το μικρό μέγεθος της ελληνικής αγοράς, η ανάγκη για εισαγωγές ηλεκτρισμού, το υψηλό κόστος των ρύπων, η καθυστέρηση στη διαδικασία απελευθέρωσης κλπ
‘Οσο για τις τιμές λιανικής, αυτές όπως επισημαίνει η μελέτη, είναι χαμηλότερες από το μέσο όρο της ΕΕ εξ αιτίας των χαμηλότερων φόρων και τελών.
Όσο παραμένει σε εξέλιξη η αναπροσαρμογή των πηγών ενεργειακού εφοδιασμού της Ελλάδας και ευρύτερα της ΕΕ για τον περιορισμό της εξάρτησης από τις ρωσικές εισαγωγές, και ταυτόχρονα συντελείται η στροφή της παραγωγής σε περισσότερο «πράσινες» τεχνολογίες, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι κατά περιόδους υψηλότερες σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα. Σε μέσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα πάντως, όταν θα έχει ολοκληρωθεί και θα έχει αρχίσει να αποδίδει η πράσινη μετάβαση τότε οι τιμές του ηλεκτρισμού θα υποχωρήσουν σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα από τα τρέχοντα, εκτιμά η μελέτη της Eurobank.
Oι λόγοι για τους οποίους οι τιμές χονδρικής στην ελληνική αγορά ηλεκτρισμού είναι υψηλότερες σε σύγκριση με το μέσο όρο στην ΕΕ , σύμφωνα με τη μελέτη είναι:
- Το μέγεθος της αγοράς και η σχετικά περιορισμένη ρευστότητα, που έχουν ως αποτέλεσμα χαμηλή εγχώρια προσφορά και οδηγούν στην εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας για την κάλυψη της ζήτησης, αλλά και σε άνοδο των τιμών στην αγορά εξισορρόπησης.
- Το συγκριτικά υψηλότερο κόστος των ρύπων λόγω της μείωσης του αριθμού των διαθέσιμων δικαιωμάτων εκπομπών για τις μονάδες παραγωγής από λιγνίτη και φυσικό αέριο.
- Η εν εξελίξει εφαρμογή του Μοντέλου Στόχου της ΕΕ και η ανεπάρκεια στις διασυνδέσεις περιφερειακών αγορών που καθυστερούν τη σύζευξή τους, ενώ ταυτόχρονα παρεμποδίζουν τη μεταφορική ικανότητα και τις διασυνοριακές ροές ενέργειας
- Η καθυστέρηση στη διαδικασία απελευθέρωσης της εγχώριας αγοράς και ο χαμηλός βαθμός ανταγωνισμού, κυρίως στο σκέλος της παραγωγής.
Παρά τις υψηλότερες τιμές χονδρικής, οι τιμές λιανικής στην Ελλάδα, για νοικοκυριά και μη οικιακούς καταναλωτές, κυμαίνονται διαχρονικά χαμηλότερα από το μέσο όρο στην ΕΕ. Ένας από τους βασικούς λόγους είναι το συγκριτικά χαμηλότερο ποσοστό φόρων και τελών επί της τελικής τιμής έναντι του μέσου όρου της ΕΕ.
Η βελτίωση του ανταγωνισμού μεταξύ των προμηθευτών επίσης έχει συμβάλλει στη διατήρηση των τιμών χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Τέλος, όσον αφορά στην εξέλιξη των τιμών, η πρόβλεψη για την πορεία της τιμής του ηλεκτρισμού σε μέσο-μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα ενσωματώνει υψηλό βαθμό αβεβαιότητας, τονίζει η μελέτη.