Οι τιμές του φυσικού αερίου συνέχισαν χθες την ανοδική τους πορεία, διατηρώντας σε σχετικώς υψηλά επίπεδα και τις τιμές του ηλεκτρισμού, που στις περισσότερες χώρες της ΕΕ κινείται πλέον πάνω από τα 100 ευρώ/MWh, ενώ στην εγχώρια αγορά διαμορφώθηκε χθες στα 117,41 ευρώ/MWh, κατά 2% χαμηλότερα σε σχέση με τα επίπεδα της Δευτέρας.
Ωστόσο η ζώνη τιμών στις οποίες κινείται πλέον η ηλεκτρική ενέργεια δεν έχουν καμία σχέση με τα μέσα επίπεδα του Μαίου, γύρω στα 80 ευρώ/MWh ή του Απριλίου, λίγο πάνω από τα 60 ευρώ/MWh. Οι θερινοί μήνες, που παραδοσιακά η ζήτηση ρεύματος - και οι τιμές- κορυφώνονται λόγω της αυξημένης χρήσης των κλιματιστικών, προμηνύονται “καυτοί” για τους καταναλωτές, που ήδη πήραν μία πρώτη γεύση από τα αυξημένα τιμολόγια ηλεκτρισμού του Ιουνίου.
Η τιμή του φυσικού αερίου TTF στα συμβόλαια παράδοσης Ιουλίου έκλεισε χθες στα 36,155 ευρώ/MWh, καταγράφοντας αύξηση 5,645%, ενώ στη διάρκεια της διαπραγμάτευσης στο ολλανδικό hub άγγιξε τα 38,375 ευρώ/MWh, θυμίζοντας τα ράλι των ημερών της ενεργειακής κρίσης.
Στο εγχώριο Χρηματιστήριο Ενέργειας, η μέση τιμή του αερίου, διαμορφώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα (27 Μαΐου - 2 Ιουνίου 2024) στα €28,06/MWh, ενώ οι συνολικές ποσότητες που διαπραγματεύτηκαν ανήλθαν σε 34.744 MWh.
Η διακοπή της τροφοδοσίας της Βρετανίας με αέριο- αγωγού από το Σλάιπνερ της Νορβηγίας, που σταμάτησε να λειτουργεί από το μεσημέρι της Κυριακής, έδωσε το έναυσμα για τη χθεσινή εκτόξευση των ευρωπαϊκών τιμών. Το περιστατικό στη Νορβηγία, που πλέον έχει αναδειχθεί στον μεγαλύτερο προμηθευτή αερίου της Ευρώπης, επιδείνωσε τη νευρικότητα της αγοράς και ενίσχυσε την ανοδική τάση των τιμών του φυσικού αερίου που παρατηρείται περίπου από τα μέσα Μαϊου και μετά.
Η ζήτηση για φυσικό αέριο και ειδικά για υγροποιημένα φορτία (LNG) έχει αυξηθεί, καθώς η Ευρώπη αποθεματοποιεί αέριο για να γεμίσει τις αποθήκες της, εν όψει της νέας χειμερινής περιόδου 2024-25. Ταυτόχρονα όμως έχει αυξηθεί και η ζήτηση από τις ασιατικές αγορές, τόσο για αποθεματοποίηση όσο και για άμεση κατανάλωση λόγω του καύσωνα που πλήττει τις περιοχές αυτές. Ας σημειωθεί δε ότι οι ασιατικές αγορές προσφέρουν υψηλότερες τιμές σε σχέση με την Ευρώπη για να προσελκύσει φορτία LNG, πράγμα που οξύνει τον ανταγωνισμό.
Από την άλλη πλευρά, η Ευρώπη με τα μέτρα που έχει λάβει έχει πετύχει μείωση της συνολικής κατανάλωσης αερίου και αύξηση της παραγωγής ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές, με πολύ υψηλό όμως τίμημα για την οικονομία της, καθώς τα μέτρα έχουν φέρει μείωση της βιομηχανικής παραγωγής και καθήλωση στους ρυθμούς ανάπτυξης.
Σύμφωνα με την Eurostat, η κατανάλωση αερίου στην Ευρώπη μειώθηκε το 2022 κατά 13,3% σε ετήσια βάση και κατά 7,4% περαιτέρω το 2023, υποχωρώντας στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2008.
Στην Ελλάδα, με βάση τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ, η συνολική ζήτηση μειώθηκε στις 67,6 TWh, από 86,18 TWh το 2022. Ομως η χώρα για τη συμβατική παραγωγή ηλεκτρισμού (εκτός ΑΠΕ) εξαρτάται πλήρως από φυσικό αέριο και από τις τιμές του, όπως αυτές αποτυπώνονται καθημερινά στα συμβόλαια TTF.
Παρότι, ο ευρωπαϊκός εφοδιασμός με LNG έχει περιοριστεί τις τελευταίες εβδομάδες -κάτι που φαίνεται και στην Ελλάδα, όπου το τερματικό της Ρεβυθούσα ς είχε πληρότητα την 1η Ιουνίου 37,7%, έναντι 88,4% της 1ης Μαίου και 50,1% της 1ης Ιουνίου 2023, τόσο στη βορειοδυτική Ευρώπη όσο και στη Μεσόγειο, οι traders του LNG βλέπουν τους προορισμούς φορτίων να αλλάζουν και αντί των ευρωπαϊκών λιμανιών να οδεύουν στην Ασία, που όπως προαναφέρθηκε προσφέρει υψηλότερες τιμές.
Την ίδια στιγμή, και παρά τα μέτρα που έχουν λάβει οι Βρυξέλλες κατά της Ρωσίας μετά την εισβολή στην Ουκρανία, το ρωσικό αέριο αγωγού αναδεικνύεται πιο ανταγωνιστικό, καθώς διατίθεται σε χαμηλότερες τιμές.
Ενδεικτική είναι η εικόνα στην εγχώρια αγορά, όπου το ρωσικό αέριο αγωγού έχει σχεδόν εκτοπίσει το LNG. Οι τιμές του ρωσικού φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Turkstream που φθάνουν στη χώρα από το σταθμό εισόδου στο Σιδηρόκαστρο, είναι χαμηλότερες από τις αντίστοιχες του LNG, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς. Σε συνδυασμό με τη μειωμένη κατανάλωση και την κάθετη πτώση των επανεξαγωγών προς τη Βουλγαρία- η οποία σε μεγάλο βαθμό τροφοδοτείται πλέον με αέριο από την τουρκική Botas- ‘Eλληνες και ξένοι χρήστες του τερματικού σταθμού της Ρεβυθούσας οδηγήθηκαν σε ακυρώσεις φορτίων. Κανένα πλοίο LNG δεν κατέπλευσε τον Απρίλιο στις εγκαταστάσεις του ΔΕΣΦΑ, ενώ δύο μόνο φορτία, αντί για τα τρία που είχαν αρχικώς προγραμματιστεί, ήλθαν το Μάιο και δύο αντί για τρία αναμένονται και τον Ιούνιο.
Ο όγκος των φορτίων έχει μειωθεί αισθητά σε σχέση με τις αρχικές συμφωνίες παράδοσης. Από τον προγραμματισμό του ΔΕΣΦΑ φαίνεται ότι αρχικώς τον Μάιο αναμένονταν 295.420 κυβικά μέτρα, αλλά τελικά η ποσότητα του LNG δεν ξεπέρασε τα 153.618, δηλαδή 48% λιγότερα. Τον Ιούνιο πρόκειται να καταπλεύσουν φορτία 178.286 κυβικών μέτρων, έναντι 369.275 του αρχικού πλάνου, δηλαδή 52% λιγότερα.
Στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι ο ρυθμός των ακυρώσεων στη Ρεβυθούσα θα συνεχιστεί, αφενός λόγω του φθηνότερου ρωσικού αερίου- αγωγού και αφετέρου επειδή οι βραχυπρόθεσμες συμφωνίες, τις οποίες συνάπτουν οι εταιρείες με τη Gazprom για εισαγωγή φυσικού αερίου μέσω του αγωγού, συμφέρουν πολύ περισσότερο σε σχέση με ένα μακροχρόνιο συμβόλαιο LNG. Συμφέρoυν και όταν οι εταιρίες εισαγωγής πληρώνουν penalty για τα slots, που ακυρώνουν στη Ρεβυθούσα, ακόμα και όταν το penalty μπορεί να φθάνει το 1 εκατομμήριο. ευρώ.