Tον επιμερισμό του κόστους για το γεωπολιτικό ρίσκο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Great Sea Interconnector (GSI), σε 50-50 μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, από 37% που ήταν προηγουμένως το κόστος κάλυψης για την Ελλάδα, φαίνεται ότι πέτυχε η διαπραγμάτευση της Λευκωσίας με την Αθήνα για το έργο, ενώ σήμερα αναμενόταν να συνεδριάσει το υπουργικό συμβούλιο της Κύπρου για να εγκρίνει τα μέχρι ώρας συμφωνηθέντα, χωρίς να είναι ξεκάθαρο ακόμα αν θα υπάρξει σαφής δέσμευση για τη μετοχική συμμετοχή της Κύπρου στο GSI.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η ελληνική πλευρά θα ήθελε σήμερα να εγκριθεί από το υπουργικό συμβούλιο της Κύπρου και η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας με τα 100 εκατ. ευρώ, όπως είχε εξαγγείλει η Λευκωσια, στη μετοχική σύνθεση της εταιρίας του ΑΔΜΗΕ για την ηλεκτρική διασύνδεση. Πρόκειται όμως για ένα θέμα, για το οποίο ακόμα εγείρονται πολιτικές..(και όχι μόνον) διαφωνίες στην Κύπρο, σύμφωνα με τοπικά δημοσιεύματα και το οποίο αν δεν κλείσει σήμερα, αναμένεται να συζητηθεί στη συνάντηση που θα έχει μεθαύριο, 19 Σεπτεμβρίου, στο Μέγαρο Μαξίμου, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη. Μάλιστα ο κ. Χριστοδουλίδης είχε πρόσφατα δηλώσει ότι το ζήτημα της ηλεκτρικής διασύνδεσης θα συζητηθεί με τον Ελληνα πρωθυπουργό στη συνάντηση, προσθέτοντας ότι διαπιστώνει ενδιαφέρον και από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για το έργο.
Η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας με τα 100 εκατ. ευρώ και περίπου 30% των μετοχών θεωρείται ότι θα διευκολύνει τη χρηματοδότηση της διασύνδεσης και την ενδεχόμενη δανειοδότησή της από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), η οποία αρχικώς είχε απορρίψει το πρότζεκτ, κρίνοντάς το ως μη βιώσιμο.
Ας σημειωθεί ότι το κόστος του GSI υπολογίζεται ότι πλησιάζει τα 2 δισ. ευρώ και το δάνειο που διεκδικείται από την ΕΤΕπ φθάνει στα 500 εκατ. ευρώ, με επιτόκιο κατά πολύ χαμηλότερο από αυτό των εμπορικών τραπεζών στην Κύπρο και την Ελλάδα. Ποσό 637 εκατ. ευρώ έχει ήδη εγκριθεί από την ΕΕ ως επιδότηση, ενώ το καλώδιο, το οποίο στην πλήρη ανάπτυξή του σχεδιάζεται να συνδεθεί και με το Ισραήλ, έχει ενταχθεί στα ‘Eργα Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI) της ΕΕ. ‘Οσο για το γεωπολιτικό ρίσκο, αφορά στην ανάκτηση των δαπανών που θα κάνει ο ΑΔΜΗΕ για τη διασύνδεση, ακόμα και αν αυτή δεν υλοποιηθεί, για λόγους που δεν εμπίπτουν στη δική του αρμοδιότητα, προφανώς εξ αιτίας τουρκικής παρέμβασης.
Η σαφής δέσμευση για τη συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας ως μετόχου στο έργο, που η Αθήνα θα επιθυμούσε να εγκριθεί σήμερα “σκοντάφτει”, σύμφωνα με τον κυπριακό τύπο, στην άλλη δέσμευση της κυβέρνησης της Λευκωσίας ότι θα λάβει την τελική της απόφαση για την αγορά ή όχι μετοχικού κεφαλαίου στον GSI, όταν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση από ανεξάρτητο εκτιμητή της μελέτης κόστους- οφέλους του έργου, που έχει παρουσιάσει ο ΑΔΜΗΕ.
Δεδομένου ότι ακόμα δεν έχει γίνει καλά- καλά η ανάθεση της μελέτης αξιολόγησης, δεν αποκλείεται το ζήτημα αυτό να παραπεμφθεί σε μελλοντικό χρόνο, ενδεχομένως με μία πιο θετική διατύπωση για τη συμμετοχή της Κύπρου, στο όποιο ανακοινωθέν εκδοθεί (αν εκδοθεί) από τη σημερινή συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου. Κατά τον κυπριακό τύπο, τα συμπεράσματα της μελέτης αξιολόγησης δεν μπορεί να αναμένονται πριν τα τέλη Οκτωβρίου με αρχές Νοεμβρίου, το νωρίτερο. Η DNV είναι η μόνη εταιρία, σύμφωνα με το philnews, που ανταποκρίθηκε στις δύο προκηρύξεις της κυπριακής κυβέρνησης για την ανάθεση της εν λόγω μελέτης.
Η αρνητική δημοσιότητα για τον GSI στην Κύπρο, ιδιαίτερα όσον αφορά στο κόστος και τις επιπτώσεις για τον Κύπριο καταναλωτή σε συνδυασμό με τις πολιτικές διαστάσεις που έχει λάβει το όλο ζήτημα τροφοδοτούν σχεδόν καθημερινά την αμφιθυμία της Λευκωσίας για το έργο και τη συνεχή διεκδίκηση της ανάληψης μεγαλύτερου μέρους του κόστους από την Αθήνα, η οποία φαίνεται να δίνει το βάρος της στο γεωπολιτικό όφελος από την κατασκευή του Great Sea Interconnector.
Πάντως, ανεξάρτητα από την έκβαση που θα έχει η προγραμματισμένη για σήμερα συνεδρίαση του κυπριακού υπουργικού συμβουλίου, είναι πολύ πιθανόν το σήριαλ του καλωδίου να συνεχιστεί.