«Είναι εύκολο να κερδίσεις έναν αγώνα όταν είσαι ο μόνος που γνωρίζει ότι έχει αρχίσει. Η Κίνα είναι συνεπώς καθ’ οδόν για να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ ως παγκόσμιος ηγεμόνας, δημιουργώντας ως αποτέλεσμα έναν διαφορετικό κόσμο. Αλλά δεν χρειάζεται να έρθουν έτσι τα πράγματα».
Η ανησυχητική αυτή εκτίμηση προέρχεται από τον Μάικλ Πίλσμπερι του Hudson Institute.
Ο κ. Πίλσμπερι είναι ένας από τους πιο επιδραστικούς Αμερικανούς διανοητές όσον αφορά τις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας. Το βιβλίο είναι κάτι παραπάνω από ένα κάλεσμα να αναγνωριστεί η πραγματικότητα: είναι ένα κάλεσμα στα όπλα. Ένα από τα βασικά επιχειρήματα του κ. Πίλσμπερι είναι αναμφίβολα σωστό: Η άνοδος της Κίνας είναι το μεγάλο πολιτικό συμβάν της εποχής μας. Είναι κρίσιμο η αντίδραση να είναι σωστή. Είναι εύκολο να κάνει κάποιος λάθος. Σήμερα, φοβάμαι, η αντίδραση των ΗΠΑ είναι επικίνδυνα λανθασμένη.
Το σημείο εκκίνησης πρέπει να είναι ότι ανεξάρτητα από το αν η Κίνα έχει ένα σχέδιο για να κυριαρχήσει στην παγκόσμια οικονομία ως το 2049 (η 100ετης επέτειος από τη δημιουργία της Λαϊκής Δημοκρατίας), αυτό είναι ένα πιθανό, αλλά όχι αναπόφευκτο αποτέλεσμα.
Aν οι υπόλοιπες μεταβλητές παραμείνουν οι ίδιες, ο πληθυσμός είναι καθοριστικής σημασίας για το μέγεθος μιας οικονομίας. Οι ΗΠΑ είναι η πιο ισχυρή χώρα υψηλού εισοδήματος γιατί έχει τον μεγαλύτερο πληθυσμό, με διαφορά. Αλλά ο πληθυσμός της Κίνας είναι σε σχέση με αυτόν των ΗΠΑ, όσο είναι αυτός της τελευταίας σε σχέση με της Γερμανίας.
Κανείς δεν μπορεί σήμερα να φανταστεί έναν κόσμο στον οποίο η οικονομία της Γερμανίας είναι συγκρίσιμη σε μέγεθος με αυτή των ΗΠΑ. Ομοίως, γιατί θα έπρεπε να φανταστούμε ότι η οικονομία των ΗΠΑ θα παραμείνει για πάντα συγκρίσιμη με αυτήν της Κίνας;
Μπορεί να υπάρξει μόνο μια απάντηση στο ερώτημα αυτό. Το κατά κεφαλήνεισόδημα των ΗΠΑ θα παραμείνει πολύ υψηλότερο από αυτό της Κίνας, σε μόνιμη βάση. Σε τιμές αγορές, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας το 2018 ήταν μόλις 15% του αντίστοιχου των ΗΠΑ. Αυτό είναι πολύ κοντά σε εκείνο της Τουρκίας (και είναι μόλις 72ο στον κόσμο). Φανταστείτε, ωστόσο, ότι η Κίνα επιτυγχάνει στο μέλλον το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ισπανίας. Η οικονομία της τότε θα ήταν διπλάσια σε μέγεθος από αυτή των ΗΠΑ, σε τιμές αγοράς (και περίπου τρεις φορές μεγαλύτερη με όρους αγοραστικής δύναμης).
Είναι πιθανό κατά τις επόμενες τρεις δεκαετίες το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Κίνας να έχει πλησιάσει αυτό των ΗΠΑ, όσο το έχει πλησιάσει σήμερα αυτό της Ισπανίας; Φυσικά και είναι. Αμφιβάλει κανείς ότι ο κινεζικός λαός είναι ικανός για αυτό; Αλλά αυτό που είναι πιθανό δεν είναι αναπόφευκτο. Είναι πιθανό, αντίθετα, ότι θα μνημονεύουν τον Σι Τζινπίνγκ ως τον Λεονίντ Μπρέζνιεφ της Κίνας.
Ο Μπρέζνιεφ απέκλεισε κάθε οικονομική και πολιτική μεταρρύθμιση στη Σοβιετική Ένωση από το 1964 ως και τον θάνατό του το 1982. Προέκρινε την κομμουνιστική ορθοδοξία και την κομματική πειθαρχία. Το αποτέλεσμα αποδείχθηκε καταστροφικό για την Ε.Σ.Σ.Δ. Ο συντηρητισμός του ήταν άμεσα υπεύθυνος για την επακόλουθη κατάρρευση.
Είναι πιθανό η επαναφορά της κομματικής πειθαρχίας από τον κ. Σι και ο ρόλος του κράτους στην οικονομική ζωή θα έχουν παρόμοιες συνέπειες και για την Κίνα. Αλλά ότι είναι πιθανό δεν είναι και αναπόφευκτο. Η Κίνα έχει επίσης και μια ακμαία οικονομία της αγοράς και μια επιμελή γραφειοκρατία. Μπορεί να αποφύγει την παγίδα αυτή. Εν ολίγοις, αυτό το οποίο βλέπει με τρόμο ο κ. Πλίσμπερι μπορεί να μην είναι μόνο πιθανό, αλλά και φυσικό.
Τι μπορεί να κάνουν οι ΗΠΑ για να το σταματήσουν, πέρα από πόλεμο; Η απάντηση είναι: όχι πολλά. Ναι, θα μπορούσε να περιορίσει τις εισαγωγές από την Κίνα και να προσπαθήσει να διακόψει τις μεταφορές τεχνολογίας. Τέτοιες κινήσεις θα έπλητταν την εξέλιξη της Κίνας, αλλά δύσκολα θα τη διέκοπταν. Μόνο οι κινεζικές γκάφες, που είναι πάντα πιθανές, θα μπορούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο.
Δεν είναι μια κραυγή για ηττοπάθεια, αλλά για τον ρεαλισμό τον οποίο ζητάει ο κ. Πίλσμπερι. Η Κίνα είναι πιθανό να γίνει η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη στον κόσμο γιατί είναι πολυπληθής και ανταγωνιστική. Αλλά ακόμα και αν οι ΗΠΑ δεν παραμείνουν η μεγαλύτερη οικονομία τις επόμενες δεκαετίες, θα διατηρήσουν τρία σημαντικά πλεονεκτήματα: μια ευνομούμενη δημοκρατία, μια ελεύθερη οικονομία της αγοράς και οικονομικά ισχυρούς συμμάχους. Τούτες είναι πηγές θαυμασμού, δυναμισμού και ισχύος, αντίστοιχα.
Δυστυχώς, οι ΗΠΑ τις έχουν πετάξει όλες τους στα σκουπίδια. Ο κ. Τραμπ φαίνεται να μην γνωρίζει τι είναι η φιλελεύθερη δημοκρατία. Η αμερικανική οικονομία κινείται σταδιακά προς τον καπιταλισμό των ραντιέρηδων. Έχει γίνει επίσης αναξιόπιστος και ακόμα και απροκάλυπτα εχθρικός σύμμαχος. Ρωτήστε για αυτό τους Γερμανούς.
To τελευταίο ίσως να είναι και η μεγαλύτερη γκάφα από όλες. Για τη στρατιωτική της ισχύ, οι ΗΠΑ δεν έχουν παρά να βασίζονται μόνο στον εαυτό τους. Αλλά όσον αφορά την οικονομική πολιτική ή τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν ισχύει το ίδιο. Οι σύμμαχοι των ΗΠΑ προσθέτουν πολύ μεγάλο ειδικό βάρος (σε αντίθεση με τη Ρωσία, τον μοναδικό σύμμαχο της Κίνας).
Ας πάρουμε το παράδειγμα του εμπορίου: οι εξαγωγές της Κίνας σε στενούς συμμάχους των ΗΠΑ υπερβαίνουν κατά πολύ αυτές προς τις ΗΠΑ.
Πολλοί από τους συγκεκριμένους συμμάχους μοιράζονται επίσης τις ανησυχίες των ΗΠΑ για την πρόσβαση στις αγορές, την ανεπαρκή προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και την απαίτηση της Κίνας να αντιμετωπίζεται ως αναπτυσσόμενη χώρα.
Αλλά οι ΗΠΑ έχουν απαρνηθεί το ειδικό βάρος που θα τους προσέδιδαν οι σύμμαχοί τους. Αν είχε επιχειρήσει να διαπραγματευτεί με την Κίνα εντός του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου για τα ζητήματα αυτά, μαζί με τους συμμάχους της, θα απολάμβανε μεγαλύτερο ειδικό βάρος και θα είχε ηθικό πλεονέκτημα.
Δεν είναι, φυσικά, αρκετό για τις ΗΠΑ να εκτιμήσουν τους πόρους που έχουν. Πρέπει να γνωρίζουν και τι να τους κάνουν. Αυτό δεν είναι να μετατραπεί σε εχθρό της νόμιμης επιθυμίας του κινεζικού λαού για μια καλύτερη ζωή. Ακόμα λιγότερο να ονειρεύεται την ανατροπή του πολιτικού συστήματος της Κίνας. Τέτοιοι στόχοι δεν είναι ούτε εύλογοι, ούτε εφικτοί. Πρέπει αντίθετα να υπερασπιστεί μια ανοιχτή και δυναμική παγκόσμια οικονομία, οι οποία θα βασίζεται σε κανόνες της αγοράς, θα προστατεύει την ελευθερία του λόγου και θα αντιταχθεί στην παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ίδια την Κίνα. Αλλά πρέπει επίσης και να αναγνωρίσει ότι, για να επιτύχει η ανθρωπότητα κάποια πρόοδο και να διατηρήσει την ειρήνη και τα παγκόσμια αγαθά, απαιτείται μεγάλος βαθμός συνεργασίας μεταξύ των υπερδυνάμεων.
Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους πρέπει να συγκρουστούν, να ανταγωνιστούν και να συνεργαστούν σε διάφορους τομείς με την Κίνα. Σήμερα, αυτό φαίνεται απίθανο. Αντίθετα, βλέπουμε μια παραπαίουσα συμμαχία και μια τεταμένη σχέση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα. Τίποτα από όλα αυτά δεν προμηνύει κάτι καλό για το μέλλον της ανθρωπότητας.
Να θυμάστε: θα μπορούσε να ήταν πολύ καλύτερα.