Οι έκτακτες εκπτώσεις των εταιριών ηλεκτρικής ενέργειας είναι πολύ πιθανόν να παραταθούν και μετά τον Απρίλιο, όσο συνεχίζεται η κρίση, ενώ ήδη άρχισε να εμφανίζεται το πρώτο κύμα ανεξόφλητων λογαριασμών ρεύματος. Εν τω μεταξύ, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά υποχωρούν, αντανακλώντας την πτώση της ζήτησης, καθώς και των τιμών του φυσικού αερίου και των ρύπων.
Αρκετές εταιρίες προμήθειας ρεύματος, συμπεριλαμβανομένης και της ΔΕΗ, από τα μέσα Μαρτίου περιέκοψαν τα τιμολόγιά τους κατά 5%-8%, πολλές κατάργησαν ή μείωσαν και το πάγιο, αφενός λόγω της πτώσης στις τιμές χονδρικής και αφετέρου σε μία προσπάθεια να αναχαιτίσουν μία νέα γενιά κόκκινων λογαριασμών, που όλοι πλέον εκτιμούν ότι θα γεννηθεί εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης. Τα πρώτα στοιχεία από λογαριασμούς που έληξαν τις τελευταίες ημέρες του Μαρτίου έδειξαν μία πτώση εισπραξιμότητας γύρω στο 10%. Οι περισσότεροι όμως εκτιμούν ότι το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί, με τη ΔΕΗ να έχει κάνει ήδη εκτιμήσεις για αύξηση των ληξιπρόθεσμων λογαριασμών κατά 30% και άλλες εταιρίες να θεωρούν ότι τα “κόκκινα” μπορεί να εκτιναχθούν κατά 50%.
Παράλληλα με τη μειωμένη εισπραξιμότητα, οι εταιρίες προμήθειας έχουν να αντιμετωπίσουν και την κάθετη πτώση των πωλήσεων, λόγω του πολύ μεγάλου αριθμού καταστημάτων και επιχειρήσεων που έχουν αναστείλει τις δραστηριότητές τους. Η πτώση της ζήτησης αναμένεται να φανεί ακόμα πιο έντονα το επόμενο χρονικό διάστημα, καθώς το lockdown έχει περάσει πια και στους μεγάλους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή στις βιομηχανίες, οι οποίες διακόπτουν τις εργασίες τους ή υπολειτουργούν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας οι τιμές χονδρικής, όπως αποτυπώνονται στην Οριακή Τιμή του Συστήματος, στα τέλη Μαρτίου και τις πρώτες ημέρες του Απριλίου, κυμαίνονταν μεταξύ 30-40 ευρώ/MWh, ενώ τις δύο προηγούμενες εβδομάδες κινήθηκαν μεν άνω των 40 ευρώ, αλλά με σαφή πτωτική πορεία. Στο ίδιο χρονικό διάστημα η ζήτηση εμφανιζόταν μειωμένη κατά 2-3%.
Ένας παράγων που συγκρατεί την πτώση της ΟΤΣ -μετά τη βουτιά που έκαναν οι τιμές του φυσικού αερίου-είναι η ένταξη λιγντικών μονάδων της ΔΕΗ στο σύστημα, λόγω των αναγκών τηλεθέρμανσης, που ειδικά την περίοδο αυτή είναι αυξημένες, λόγω των πολύ ψυχρών καιρικών συνθηκών, ιδιαίτερα στη Δυτική Μακεδονία και γενικότερα τη Βόρειο Ελλάδα.
Ας σημειωθεί ότι η μέση ΟΤΣ το 2019 ήταν πάνω από 60 ευρώ/MWh και σε αυτά τα επίπεδα και κάπως υψηλότερα, είχε ξεκινήσει και ο Ιανουάριος 2020.
Ακόμα το σύνολο της πτώσης τιμών τόσο του φυσικού αερίου όσο και των ρύπων δεν έχουν αποτυπωθεί στις τιμές χονδρικής, οι οποίες αναμένεται ότι θα το ενσωματώσουν αργότερα, λόγω και της χρονικής υστέρησης. Για παράδειγμα η ΔΕΗ υπολογίζει το κόστος ρύπων με βάση τις τιμές του προηγούμενου μήνα.
Μέχρι στιγμής οι εταιρίες προμήθειας δεν έχουν περάσει στα τιμολόγια λιανικής παρά ένα μικρό μέρος της υφιστάμενης πτώσης των τιμών χονδρικής. Είναι προφανές ότι “κρατούν δυνάμεις” για να αντέξουν στο “τσουνάμι” των απλήρωτων λογαριασμών που αναμένουν.
Ας σημειωθεί ότι έχει ήδη ζητηθεί από εταιρίες ηλεκτρισμού και εξετάζεται από το υπουργείο Περιβάλλοντος- Ενέργειας η δημιουργία ενός μηχανισμού εγγυοδοσίας για την παροχή κεφαλαίων κίνησης στις εταιρίες του κλάδου, προκειμένου να διατηρήσουν τη ρευστότητά τους.