Thν έκτακτη σύγκληση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥΣΕΑ), υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη σήμερα στις 9.30 το πρωί, προκάλεσαν οι χθεσινές εξελίξεις στην ουκρανική κρίση, μετά το διάγγελμα Πούτιν για την αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Ντόνενετσκ και Λουμπάνσκ.
Στο ΚΥΣΕΑ συμμετέχει και ο υπουργός Περιβάλλοντος - Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας, καθώς, εκτός από τα στρατιωτικά και γεωπολιτικά θέματα που σχετίζονται με το ουκρανικό ζήτημα, θα συζητηθεί και η ενεργειακή επάρκεια, τα αποθέματα και η αναζήτηση εναλλακτικών πηγών για τον εφοδιασμό της χώρας με φυσικό αέριο.
Το ενδεχόμενο διακοπής/περικοπής των ροών αερίου από τη Ρωσία είτε λόγω εμπόλεμης σύγκρουσης με την Ουκρανία, είτε λόγο επιβολής κυρώσεων είναι ο παράγων που προβληματίζει ιδιαίτερα, ενώ έκδηλη είναι η ανησυχία και για τη πορεία των τιμών του αερίου, οι οποίες ήδη βρίσκονται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Οι εισαγωγές ρωσικού αερίου καλύπτουν περίπου το 1/3 της εγχώριας κατανάλωσης.
Προηγούμενες συσκέψεις για τη διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας στη σκιά της ουκρανικής κρίσης κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι η χώρα έχει λάβει μέτρα για να την αντιμετωπίσει, με πρόσθετα φορτία υγροποιημένου αερίου (LNG) και θέση σε ετοιμότητα των λιγντικών μονάδων που μπορούν να λειτουργήσουν. Παράλληλα στις οι μονάδες αερίου που μπορούν να χρησιμοποιήσουν ως καύσιμο πετρέλαιο, έχουν ήδη διαμηνυθεί να γεμίσουν τις αποθήκες πετρελαίου τους.
Εν τω μεταξύ, η μεσοσταθμική τιμή εισαγωγής του φυσικού αερίου στη χώρα μας έχει υπερπενταπλασιαστεί μέσα σε 13 μήνες από τον Ιανουάριο του 2021 ως και τον Ιανουάριο του 2022, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η ΡΑΕ. Η άνευ προηγουμένου αυτή αύξηση, που έχει αποτυπωθεί και στις τιμές χονδρικής του ηλεκτρικού ρεύματος και βέβαια στους λογαριασμούς αερίου και ηλεκτρισμού που πληρώνουν οι καταναλωτές, έφερε τη μέση τιμή εισαγωγής του αερίου τον Ιανουάριο στα 98,3 ευρώ/MWh από τα 15,2 ευρώ/ΜWh του Ιανουαρίου 2021.
Ο Ιανουάριος του 2022 ήταν ο χειρότερος μήνας της ενεργειακής κρίσης ως τώρα, όσον αφορά στις μεσοσταθμικές τιμές εισαγωγής. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τον Δεκέμβριο 2021 ως το τέλος Ιανουαρίου 2022 η μεσοσταθμική τιμή αυξήθηκε κατά 33 ευρώ/MWh, ενσωματώνοντας πέραν από την εκρηκτική αύξηση των διεθνών τιμών (όπως αποτυπώνεται στην άνοδο τιμών ΤΤF τον Δεκέμβριο για το συμβόλαιο Ιανουαρίου) και την αλλαγή στους όρους της σύμβασης προμήθειας ρωσικού στη νέα συμφωνία ΔΕΠΑ- Gazprom.
Από την 1 Ιανουαρίου 2022 ο αλγόριθμος τιμολόγησης περιέχει συντελεστή 80% τιμή αερίου TTF και 20% ρήτρα πετρελαίου, έναντι περίπου 60-40 που ήταν στο παρελθόν. Πρέπει να σημειωθεί ωστόσο ότι και οι τιμές του αργού πετρελαίου ακολουθούν ανοδική πορεία στις διεθνείς αγορές, μία άνοδος που έχει ενταθεί το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Το ρωσικό αέριο καλύπτει περίπου το 1/3 της εγχώριας κατανάλωσης. Το αέριο που έρχεται στη χώρα μας μέσω αγωγών είναι κατά κανόνα φθηνότερο από το TTF, το οποίο αφορά σε χρηματιστηριακή τιμή υγροποιημένου αερίου (LNG). Eκτός από το ρωσικό αέριο, η Eλλάδα τροφοδοτείται με αέριο από το Αζερμπαϊτζάν μέσω του αγωγού ΤΑΡ (1 bcm ετησίως) και σε πολύ μικρές ποσότητες με αέριο από την τουρκική Βotas, μέσω του ελληνο-τουρκικού αγωγού.
Ας σημειωθεί πάντως ότι τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο η τιμή TTF στα συμβόλαια του επόμενου μήνα (front month) αποκλιμακώθηκε αισθητά σε σχέση με τα ρεκόρ του Δεκεμβρίου, παρά την εντεινόμενη κρίση στην Ουκρανία. Ως χθες, τις περισσότερες ημέρες του Φεβρουαρίου το TTF για τις παραδόσεις Μαρτίου κινήθηκε από τα 70 ως λίγο πάνω από τα 82 ευρώ/MWh, ενώ τον Ιανουάριο η διακύμανση ήταν από τα 74-75 ευρώ/MWh ως λίγο πάνω από τα 93 ευρώ/MWh (παραδόσεις Φεβρουαρίου). Τον Δεκέμβριο στο ολλανδικό hub η τιμή TTF για τις παραδόσεις Ιανουαρίου έσπασε κάθε ρεκόρ κινούμενο σχεδόν καθημερινά πάνω από τα 100-110 ευρώ φθάνοντας μέχρι και πάνω από τα 180 ευρώ/MWh
Χθες, η τιμή TTF στο συμβόλαιο Μαρτίου διαμορφώθηκε στο κλείσιμο της ενδοημερήσιας αγοράς του ολλανδικού hub στα 71,300 ευρώ/MWh (-2,134%). H τιμή αυτή όμως ήταν προ του διαγγέλματος του Ρώσου προέδρου.
Η αστάθεια και η μεταβλητότητα που χαρακτηρίζουν τις αγορές αναμένεται να συνεχιστεί τουλάχιστον ως το 2023, όπως αναφέρει και η Κομισιόν σε πρόσφατη έκθεσή της, ενώ τις προσεχείς κινήσεις θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό οι εξελίξεις στην Ουκρανία. Προς το παρόν οι διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη παρουσιάζουν αύξηση 400% σε σχέση με ένα χρόνο πριν και η τιμή χονδρικής του ηλεκτρισμού αυξήθηκε κατά 260% μετασύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Στα τιμολόγια λιανικής η άνοδος αυτή μεταφράζεται σε αύξηση 51% και 30% για τους λογαριασμούς αερίου και ηλεκτρισμού αντίστοιχα, με τις τιμές λιανικής να ακολουθούν τις αυξήσεις στη χονδρική αγορά καθ’ όλη τη διάρκεια του 2022. Κατά μέσον όρο στην Ευρώπη το κόστος ηλεκτρισμού στη χονδρική αγορά αντιπροσωπεύει περίπου το 50% της τελικής τιμής λιανικής. Ανάλογα με τα συμβόλαια προμήθειας στη λιανική, όπως αυτά διαμορφώνονται σε κάθε χώρα, υπάρχει μία χρονική υστέρηση στη μεταφορά των τιμών χονδρικής στη λιανική. Παρότι δε ο βαθμός συνάρτησης της χονδρικής με τη λιανική τιμή ποικίλλει από χώρα σε χώρα, η μεταφορά της χρηματιστηριακής τιμής του ηλεκτρισμού στο τιμολόγιο του καταναλωτή μπορεί να οδηγήσει σε ακόμα υψηλότερες τιμές κατά τη διάρκεια του 2023.
Δεδομένου του προβλήματος που δημιουργεί το πολύ υψηλό ενεργειακό κόστος, η Κομισιόν συνιστά τα κίνητρα προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά προκειμένου να στραφούν στη καθαρή ενέργεια, συμπεριλαμβανομένων των μακροχρόνιων διμερών συμβάσεων προμήθειας, των γνωστών PPAs, που στη χώρα μας κσθυστερούν ακόμα. Προτείνει μάλιστα τα ΡΡΑ να συνοδευτούν με μεγαλύτερες μειώσεις των τελών, φόρων κλπ.
Στην Ελλάδα η πολιτική που έχει ακολουθήσει η κυβέρνηση για να μειώσει τον τελικό κόστος για τον καταναλωτή είναι τα επιδόματα στους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου, τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις. Τα επιδόματα αυτά, τα οποία προσεγγίζουν τα 2 δισ. ευρώ- από τότε που ξεκίνησε η κρίση το 2021- μεταφράζονται σε εκπτώσεις στην τελική τιμή.
Μέτρα λαμβάνουν όλες οι χώρες της ΕΕ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πρωθυπυουργός της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι την Παρασκευή ανακοίνωσε ένα νέο πακέτο ύψους 8 δις. ευρώ για μείωση ενεργειακού κόστους, με στόχο να στηριχθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και να προστατευτούν τα νοικοκυριά. Σύμφωνα με τους FT, το πακέτο τo περιλαμβάνει περί τα 6 δισ. ευρώ για την περικοπή τελών, φόρων κλπ στους ενεργειακούς λογαριασμούς κυρίως για προστατευτούν τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά καθώς και οι ενεργοβόρες επιχειρήσεις. Επίσης προβλέπεται η διάθεση ποσού 800 εκατ. ευρώ το 2022 και 1 δισ. ευρώ το 2023 για τη στήριξη της μετάβασης της ιταλικής αυτοκινητοβιομηχανίας στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Παρότι πολλές λεπτομέρειες για το νέο πακέτο Ντράγκι δεν έχουν γίνει γνωστές, τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής ακρίβειας περιλαμβάνουν και πιο διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις όπως τη προώθηση των ΑΠΕ, της αποθήκευσης ενέργειας και της διασφάλισης ενέργειας για τη βιομηχανία σε χαμηλές και ελεγχόμενες τιμές.
Στη Γαλλία εξάλλου, όπου η εταιρία ηλεκτρισμού EdF παρουσιάζει ζημιές λόγω τη κυβερνητικής απόφασης για την επιβολή πλαφόν στις αυξήσεις αλλά και των προβλημάτων με τα πυρηνικά εργοστάσια προγραμματίστηκε η ανακεφαλαιοποίηση της EdF με 2,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,1 δισ. ευρώ θα καλυφθούν από το κράτος, που είναι και ο βασικός μέτοχος.