Σταθερά διψήφια ποσοστά, άνω του 15%, παρουσιάζει μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το μερίδιο του λιγνίτη στο μείγμα καυσίμων ηλεκτροπαραγωγής και παρότι η κυβέρνηση δεν έχει αλλάξει θέση σε σχέση με την ταχεία απολιγνιτοποίηση, φαίνεται ότι σιγά- σιγά κάποια επιμέρους στοιχεία της πολιτικής αυτής έχουν αρχίσει να επανεξετάζονται.
Σε δηλώσεις του χθες στην ΕΡΤ, ο υπουργός Περιβάλλοντος - Ενέργειας Κώστας Σκρέκας ανέφερε ότι η λιγνιτική παραγωγή δεν σταμάτησε ποτέ και ότι όταν ο λιγνίτης είναι πιο φθηνός η ΔΕΗ λειτουργεί τις μονάδες της . Όπως είπε χαρακτηριστικά «η ΔΕΗ χρησιμοποιεί τις λιγνιτικές μονάδες της όταν κρίνει ότι την συμφέρει».
Η ΔΕΗ έβαλε στο φουλ τις “λιγνιτικές μηχανές” στις αρχές Μαρτίου, όταν σήμανε συναγερμός για τα αποθέματα φυσικού αερίου, εν αναμονή της άφιξης ορισμένων νέων φορτίων LNG. ‘Ηταν κατά την περίοδο των πρώτων ημερών του πολέμου στην Ουκρανία και της επιβολής των κυρώσεων της Δύσης στη Ρωσία, όταν η ανησυχία για ενδεχόμενη διακοπή του ρωσικού αερίου στην Ευρώπη είχε φθάσει στο κατακόρυφο, μαζί με τις τιμές. Έκτοτε οι τιμές του φυσικού αερίου μπορεί να υποχώρησαν από τα υψηλά εκείνων των ημερών, όμως η ανησυχία για την επάρκεια αερίου παραμένει αμείωτη, ενώ η ΕΕ έθεσε στόχο την ταχεία απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο. Πρόκειτα για τρεις παράγοντες, τιμές, επάρκεια και νέοι στόχοι της ΕΕ, που θέτουν μετ’ επιτάσεως τα εναλλακτικά καύσιμα ηλεκτροπαραγωγής στο προσκήνιο και δεδομένου ότι οι ΑΠΕ δεν επαρκούν αυτή τη χρονική περίοδο και τα νέα πράσινα έργα χρειάζονται χρόνο για να υλοποιηθούν, η μόνη εναλλακτική στην Ελλάδα είναι ο λιγνίτης, καθώς η χώρα δεν διαθέτει πυρηνική ενέργεια.
Σε έκτακτες καταστάσεις, όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα, είναι καλύτερο να αποθεματοποιείς φυσικό αέριο γιατί δεν ξέρουμε αν αύριο θα υπάρχει στις ποσότητες που θέλουμε και σε ποιές τιμές, ανέφερε χαρακτηριστικά στέλεχος της αγοράς.
Από την άλλη πλευρά, η οικονομικότητα του λιγνίτη σε σύγκριση με το φυσικό αέριο- το νέο στοιχείο που έφερε στο προσκήνιο ο υπουργός με τις χθεσινές δηλώσεις του- εξαρτάται από δύο βασικούς παράγοντες : Tην ευρωπαϊκή τιμή του αερίου, όπως αποτυπώνεται στα συμβόλαια TTF του επόμενου μήνα στο ολλανδικό hub και την τιμή των ρύπων.
Σήμεραη μέση χονδρική τιμή του ρεύματος στο ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας διαμορφώνεται στα 298,71 €/MWh, μειωμένη κατά 6,44% σε σχέση με χθες. Η συμμετοχή του λιγνίτη ανέρχεται στο 16,54% του μείγματος, του φυσικού αερίου στο 43,15% και τωνΑΠΕ στο 23,08%. Η τιμή TTF στο συμβόλαιο Απριλίου υποχωρεί στα 110,455 ευρώ/MWh και οι τιμές των δικαιωμάτων CO2,μετά το ρεκόρ των 96,93 €/τόνο στις 8 Φεβρουαρίου, έπεσαν στα 58,3 €/τόνο στις 7 Μαρτίου για να αυξηθούν στη συνέχεια στα 76,76 ευρώ/τόνο στις 11 Μαρτίου.
Με αυτά τα δεδομένα και με βάση τη δήλωση του υπουργού ότι η ΔΕΗ χρησιμοποιεί τις λιγντικές μονάδες όταν τη συμφέρει, προκύπτει ότι στα τρέχοντα επίπεδα τιμών αερίου και ρύπων, ο λιγνίτης είναι πιο ανταγωνιστικός αφού η ΔΕΗ τον χρησιμοποιεί για το 16,54% της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής της χώρας. Ας σημειωθεί ότι τους προηγούμενους μήνες το μερίδιο του λιγνίτη στο μείγμα καυσίμων δεν ξεπερνούσε το 6-7%
Εν τω μεταξύ η χρήση των λιγνιτικών μονάδων βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι προχωρά βιαστικά και χωρίς σχέδιο στην απολιγνιτοποίηση, ενώ η κυβέρνηση υποστηρίζει πως η απολιγνιτοποίηση ξεκίνησε το 2010 και ότι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη μειώθηκε στο μισό την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή μεταξύ των ετών 2015 και 2019.
Ο κ. Σκρέκας επανέλαβε χθες ότι βασική πολιτική παραμένει η απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων ως το 2028, προσθέτοντας πως οι τιμές σήμερα θα μπορούσε να ήταν πολύ χαμηλότερες εάν είχαμε μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ.
Το ζήτημα όμως είναι ότι σήμερα δεν έχουμε την απαιτούμενη διείσδυση των ΑΠΕ, ότι δεν ξέρουμε αν θα έχουμε επαρκείς ποσότητες φυσικού αερίου και σε ποιές τιμές και ότι ταυτόχρονα πρέπει, με βάση τη νέα πολιτική της ΕΕ, να μειώσουμε φέτος σημαντικά την εξάρτησή μας από το ρωσικό αέριο, το οποίο καλύπτει περίπου το 1/3 της εγχώριας αγοράς.