Το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι το κύριο εργαλείο της περιοχής για τη διαχείριση των εκπομπών, παρέχοντας οικονομικά κίνητρα για τη μείωση της ρύπανσης. Τιμωρώντας, ωστόσο, οριζόντια όσους εκπέμπουν υψηλούς ρύπους.
Οι χώρες της ΕΕ (πλειοψηφικά) ενέκριναν σαρωτικές αλλαγές στο σύστημα εμπορίας άνθρακα και στους νόμους εκπομπών της περιοχής πρόσφατα, καθιστώντας τη βιομηχανική ρύπανση πιο δαπανηρή, ενώ, την ίδια ώρα, διαθέτουν δισεκατομμύρια ευρώ για πόρους που θα χρησιμοποιηθούν στην επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης στην Ευρώπη.
Πιέζει για νέες δεσμεύσεις το ΕΚ
Οι Επιτροπές Περιβάλλοντος και Βιομηχανίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκριναν με 114 ψήφους υπέρ, 15 κατά και 3 αποχές, τη θέση τους για τη μείωση των εκπομπών μεθανίου στον ενεργειακό τομέα την Τετάρτη 26 Απριλίου 2023. Αυτό γίνεται για την επίτευξη των κλιματικών στόχων της ΕΕ και τη βελτίωση ποιότητα αέρα. Η νέα νομοθεσία θεωρείται ως η πρώτη που στοχεύει στη μείωση των εκπομπών μεθανίου. Καλύπτει τις άμεσες εκπομπές μεθανίου όχι μόνο από το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τον άνθρακα, αλλά και από το βιομεθάνιο μόλις εγχυθεί στο δίκτυο φυσικού αερίου.
Ενώ οι ευρωβουλευτές θέλουν επίσης οι νέοι κανόνες να περιλαμβάνουν τον τομέα των πετροχημικών, ζήτησαν από την Επιτροπή να προτείνει έναν δεσμευτικό στόχο μείωσης του 2030 για τις εκπομπές μεθανίου της ΕΕ για όλους τους σχετικούς τομείς έως το τέλος του 2025, καθώς τα κράτη μέλη θα πρέπει να θέσουν εθνικούς στόχους μείωσης ως μέρος του τα ολοκληρωμένα εθνικά τους σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρόκειται να εγκρίνει τα σχετικά κατά τη σύνοδο ολομέλειας 8-11 Μαΐου 2023, η οποία θα αποτελέσει τη βάση για τριμερείς διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο της ΕΕ σχετικά με το τελικό κείμενο της νομοθεσίας. Το μεθάνιο πιστεύεται ότι είναι ένα ισχυρό αέριο του θερμοκηπίου και ο ατμοσφαιρικός ρύπος, που ευθύνεται περίπου για το ένα τρίτο της τρέχουσας υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Μαζί με άλλη πρόσφατη νομοθεσία που επιβάλλει εισφορές σε εισαγόμενα προϊόντα βαρέων εκπομπών άνθρακα, όπως μέταλλα, λιπάσματα και τσιμέντο και η οποία επεκτείνει τα ανώτατα όρια εκπομπών στους τομείς των μεταφορών, υπερ-ενισχύονται τα εργαλεία διαχείρισης εκπομπών της Ευρώπης.
Δοκιμάζονται οι αντοχές πολλών κλάδων
Οι κινήσεις της κεντρικής πολιτικής και νομοθετικής εξουσίας στις Βρυξέλλες έρχονται μετά από δύο χρόνια σκληρής συζήτησης και συμβιβασμού στο μπλοκ των 27 μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχουν χαρακτηριστεί από τους νομοθέτες ως κομβικής σημασίας, που θα βοηθήσει την Ευρώπη να φθάσει στους στόχους της για τη μείωση των εκπομπών, ενώ παράλληλα θα επιτρέψει σε βασικές βιομηχανίες να απομακρυνθούν με επιτυχία από χρήση ορυκτών καυσίμων.
Όμως, οι νέοι νόμοι και τα πρότυπα θα επιβαρύνουν επίσης αρκετές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις διαφόρων τομέων οι οποίες εξακολουθούν να ταλαιπωρούνται από το ενεργειακό σοκ του 2022 που πυροδότησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ, ιδίως της Πολωνίας και της Ουγγαρίας που καταψήφισαν τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά άνθρακα.
Χρειάζεται, συνεπώς, συνετή και λελογισμένη διαχείριση μια κρίσης που ίσως ενταθεί στην πορεία, λόγω της εφαρμογής μιας πολυνομίας με γραφειοκρατικά χαρακτηριστικά. Φαίνεται πως από τη θεωρία στην πράξη υπάρχει απόσταση, καθώς οι «γραφειοκράτες» εμφανίζονται άκαμπτοι και δεν εξετάζουν τις δυνατότητες χιλιάδων επιχειρήσεων, τις αντοχές των παραγόντων που κινούν την πραγματική οικονομία σε κάθε τομέα.