H κάθετη μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου που απορρέει από τους στόχους του νέου, υπό επικαιροποίηση, Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) φαίνεται ότι προβληματίζει ιδιαίτερα τον ΔΕΣΦΑ, Διαχειριστή του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου, ο οποίος εκφράζει αμφιβολίες για την επιτευξιμότητα των στόχων του επικαιροποιημένου Σχεδίου.
Οπως προκύπτει από τις θέσεις που κατέθεσε ο Διαχειριστής στη διυπουργική επιτροπή για το νέο ΕΣΕΚ, η επίτευξη των κεντρικών στόχων για τις ΑΠΕ, την αποθήκευση κλπ οδηγούν σε δραστικό περιορισμό του ρόλου του φυσικού αερίου στο ελληνικό σύστημα αλλά και της θέσης της Ελλάδας ως περιφερειακού hub αερίου, αφού η ζήτηση αερίου θα πρέπει να μειωθεί κατά 36% έως το 2030, σε σχέση με τη σημερινή κατανάλωση. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει διότι προβλέπεται μείωση κατά περίπου 30% σε σχέση με το ΕΣΕΚ 2019. Η χρήση των μονάδων παραγωγής ηλεκτρισμού συνδυασμένου κύκλου (CCGT), δηλαδή με καύσιμο το φυσικό αέριο, εκτιμάται ότι θα πρέπει να μειωθεί κατά 50% σε σχέση με τα επίπεδα του 2022 και η μέση λειτουργική χρησιμοποίηση των συγκεκριμένων εγκαταστάσεων θα περιοριστεί το 2030 στις 1.700 ώρες ετησίως. Ταυτόχρονα, η ζήτηση φυσικού αερίου από το δίκτυο διανομής θα πρέπει να μειωθεί κατά 64% με τους καταναλωτές να πραγματοποιούν επενδύσεις της τάξης των 7 δισ. ευρώ συνολικά ως το 2030 για να εγκαταστήσουν αντλίες θερμότητας.
Ο Διαχειριστής, στο κείμενό του φαίνεται να αμφισβητεί τους στόχους για την αποθήκευση μέσω μπαταριών, 5,6 GW ως το 2030, υπογραμμίζοντας ότι η ισχύς αυτή είναι μεγαλύτερη από τον στόχο του υφιστάμενου ΕΣΕΚ της Ιταλίας για το 2030 το οποίο προβλέπει την εγκατάσταση 5,5 GW, αλλά και υψηλότερο από τους αντίστοιχους στόχους των ΕΣΕΚ της Ισπανίας και της Γαλλίας αθροιστικά, που είναι 2,5 GW και 2,4 GW αντίστοιχα.
Κεντρικός στόχος του νέου ΕΣΕΚ είναι η αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ηλεκτρικό σύστημα της χώρας με την εγκατάσταση 15 GW αιολικών και φωτοβολταϊκών, εκ των οποίων περίπου 3 GW αφορούν σε υπεράκτια αιολικά, τα οποία όπως σχολιάζει ο ΔΕΣΦΑ θα πρέπει να αναπτυχθούν σε δυο χρόνια μεταξύ του 2028-2030, πράγμα εξαιρετικά φιλόδοξο.
Βέβαια, οι υψηλότεροι στόχοι του νέου ΕΣΕΚ για τη διείσδυση των ΑΠΕ στο σύστημα, προκύπτουν από την ευθυγράμμιση με τους αναθεωρημένους στόχους της ΕΕ για τη μείωση κατά 55% των αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030 σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, που για την Ελλάδα ισοδυναμεί με την “αφαίρεση” 50 εκατ. τόνων CO2
Για την επίτευξη των στόχων του επικαιροποιημένου ΕΣΕΚ θα πρέπει να γίνουν μαζικές επενδύσεις ύψους 250 δις ευρώ, εκ των οποίων το 90% θα πρέπει να προέλθει από τον ιδιωτικό τομέα.
Πολλά ερωτηματικά θέτει ο Διαχειριστής και για τον στόχο που διατυπώνει το νέο ΕΣΕΚ όσον αφορά στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, που το 2030 θα πρέπει να φθάσουν στο 18% του στόλου των οχημάτων από λιγότερο από 1% σήμερα. Αμφιβολίες όμως εκφράζει και για τους 150 Mt διοξειδίου του άνθρακα σε μονάδες δέσμευσης και αποθήκευσης CO2, όπως αναφέρει το ΕΣΕΚ, χωρίς ακόμα να έχει αποφασιστεί πώς θα αναπτυχθούν τα συστήματα αυτά και σε ποιές χρήσεις θα απευθυνθούν.