Στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 15 εβδομάδων έχουν υποχωρήσει οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων, καθώς η ζήτηση μειώνεται, όσο υποχωρεί η παραγωγή ηλεκτρισμού από θερμικές μονάδες και οι τιμές του αερίου παραμένουν στα τρέχοντα, σχετικώς χαμηλά επίπεδα.
Πλέον η τιμή των δικαιωμάτων διαμορφώθηκε στο τελευταίο κλείσιμο στα 65,81 ευρώ/τόνο CO2 (-3,1%), ενώ στις αρχές του χρόνου και συγκεκριμένα στις 5 Ιανουαρίου, τα δικαιώματα (ΕUΑ) διαπραγματεύονταν λίγο πάνω από 76 ευρώ/τόνο CO2.
Καθώς οι προβλέψεις για ψυχρότερο καιρό στην Ευρώπη δεν επαληθεύτηκαν, οι τιμές των δικαιωμάτων συνέχισαν να υποχωρούν τον Ιανουάριο- μέχρι τώρα τουλάχιστον-, παρότι αρκετοί αναλυτές περίμεναν το αντίθετο.
Ωστόσο εκτιμάται ότι οι δημοπρασίες δικαιωμάτων ρύπων της ΕΕ, που πρόκειται να ξεκινήσουν σήμερα, θα πρέπει να στηρίξουν τις τιμές, καθώς η προσφορά δικαιωμάτων για αυτόν τον μήνα αναμένεται να είναι πολύ περιορισμένη.
Ας σημειωθεί ότι η υψηλότερη τιμή τον Δεκέμβριο, έναν μήνα κατά τον οποίο η ζήτηση για δικαιώματα ήταν υποτονική, ήταν τα 80,37 ευρώ/τόνο CO2 στις 29/12/23
H S&P Global εκτιμά τη μέση τιμή των δικαιωμάτων για το 2024 στα 89,6 ευρώ/τόνο και τη μέση τιμή για τον Ιανουάριο στα 80,8 ευρώ/τόνο διοξειδίου του άνθρακα και έναντι 85,27 ευρώ/τόνο CO2 κατά μέσον όρο το 2023
Εξάλλου από φέτος εντάσσονται πλέον κανονικά στην αγορά εμπορίας ρύπων (EU ETS) και οι εκπομπές από τον ναυτιλιακό τομέα. Η ένταξη των ναυτιλιακών ρύπων προβλέπεται ότι θα προσθέσει εκπομπές 90 εκατομμυρίων τόνων CO 2 το 2024 και 86 εκατομμυρίων τόνους διοξειδίου του άνθρακα το 2025
Από την άλλη πλευρά, το υποτονικό μακροοικονομικό περιβάλλον μπορεί να ασκήσει πίεση στις τιμές της ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων και των δικαιωμάτων εκπομπής CO2
Οι ετήσιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα της Γερμανίας εκτιμάται ότι μειώθηκαν κατά 10% σε ετήσια βάση το 2023, σε περίπου 673 εκατομμύρια τόνους, που είναι το χαμηλότερο επίπεδο από τη δεκαετία του 1950, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της δεξαμενής σκέψης Agora Energiewende.
Πρόκειται για μία μείωση που επαναφέρει μεν τη Γερμανία σε τροχιά προς την επίτευξη του κλιματικού στόχου για το 2030, αλλά σε μεγάλο βαθμό οφειλόταν στην αδύναμη οικονομία, με μόνο το 15% της μείωσης να προέρχεται από την υλοποίηση μακροπρόθεσμων μέτρων, ανέφερε η Agora.
Οι εκπομπές στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας εκτιμάται ότι θα μειωθούν κατά 21% στα 177 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα, λόγω της μείωσης της ζήτησης, της μεταστροφής από τις καθαρές εξαγωγές στις εισαγωγές και την αύξησης της αιολικής ενέργειας, μεταξύ άλλων παραγόντων.