Tεράστιες αυξήσεις που φθάνουν από 31% ως και 64% καλούνται να πληρώσουν το 2024 οι βιομηχανίες της Θεσσαλονίκης και της Θεσσαλίας αντίστοιχα, για τα τέλη χρήσης του δικτύου φυσικού αερίου της ΔΕΔΑ, εταιρίας που ανήκει στην Italgas. Ταυτόχρονα μειώνονται, αλλά κατά πολύ χαμηλότερο ποσοστό, τα αντίστοιχα τέλη στην Αττική και σε άλλες περιοχές του εν λόγω δικτύου
Η αναπροσαρμογή των τελών έγινε με τη λογική της σταδιακής μετάβασης σε ενιαία τέλη χρήσης δικτύου για όλη την Ελλάδα.
Η ΡΑΑΕΥ ενέκρινε τις αυξήσεις με απόφαση της 24ης Ιανουαρίου, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της βιομηχανίας, η οποία ζητεί να ανασταλεί η απόφαση. Το αίτημα αυτό κατατέθηκε σε επιστολή της ΕΒΙΚΕΝ, της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας, προς τον αρμόδιο αντιπρόεδρο της ΡΑΑΕΥ Δημήτρη Φούρλαρη και τον τον γενικό γραμματέα Ενέργειας Αριστοτέλη Αιβαλιώτη.
« Η απόφαση της Αρχής στην ουσία υιοθετεί αβίαστα την πρόταση του Διαχειριστή για σταδιακή εφαρμογή ενιαίου τιμολογίου διανομής φυσικού αερίου σε όλες τις περιοχές, ανατρέποντας το σημερινό καθεστώς που ισχύει εδώ και πλέον των δέκα ετών και επιβαρύνοντας χωρίς δεύτερη σκέψη ευαίσθητους βιομηχανικούς κλάδους, όπως οι χαλυβουργίες», αναφέρει η επιστολή, προσθέτοντας ότι «η λογική του ενιαίου τιμολογίου αποτελεί το πρόσχημα της αύξησης των εσόδων του Διαχειριστή που προχωρά σε κάποιες περιοχές, καθυστερημένα και σκόπιμα, σε λάθος επενδυτικά σχέδια, ενάντια στην εθνική και ευρωπαϊκή πολιτική για την πράσινη μετάβαση».
Η ΕΒΙΚΕΝ υπενθυμίζει επίσης ότι η ΔΕΔΑ αρνείται να εφαρμόσει εδώ και τρία έτη την απόφαση της ΡΑΑΕΥ για επιστροφή στις επιλέξιμες βιομηχανίες των ποσών για αντιστάθμιση της παράνομής επιβολής των 4 ευρώ/MWh ως τέλος διανομής στην περίοδο Αυγ 2015- Νοε 2016.
Ας σημειωθεί ότι η ΕΒΙΚΕΝ είχε ήδη προειδοποιήσει για τις επιπτώσεις στα τέλη χρήσης του δικτύου φυσικού αερίου, από τον Δεκέμβριο με επιστολή της στη ΡΑΑΕΥ, λόγω της αύξηση του WACC (συντελεστής απόδοσης κεφαλαίου) της ΔΕΔΑ καθώς και της πρότασης του Διαχειριστή για την υιοθέτηση ενιαίων τιμολογίων σε όλη την χώρα, δύο εισηγήσεις που ενέκρινε η Ρυθμιστική Αρχή.
Σε εκείνη την επιστολή η ΕΒΙΚΕΝ ανέφερε ότι τα τέλη χρήσης δικτύου για τις βιομηχανίες στις περιοχές Θεσσαλίας και Θεσσαλονίκης ήταν έως και 5 φορές χαμηλότερα σε σχέση με τα τέλη που πλήρωναν οι βιομηχανίες των υπολοίπων περιοχών της χώρας και ότι αυτό «δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία για αύξηση των τελών, αλλά αντιθέτως υποδηλώνει τη δυνατότητα να μειωθούν τα ήδη πολύ υψηλά τέλη για τις βιομηχανίες και στις υπόλοιπες περιοχές».
Τελικώς, στη Θεσσαλονίκη αυξάνεται κατά 31% ο συντελεστής δυναμικότητας και κατά 56% ο συντελεστής ενέργειας, ενώ στην Θεσσαλία ο συντελεστής δυναμικότητας αυξάνεται κατά 64% και ο συντελεστής ενέργειας κατά 61%.
Η ΡΑΑΕΥ πάντως δεν έκανε πλήρως αποδεκτό το αίτημα της ΔΕΔΑ για κατ’ευθείαν πέρασμα στο ενιαίο τιμολόγιο και επέλεξε τη σταδιακή μετάβαση, που φέρνει και ορισμένες μειώσεις στα τέλη χρήσης δικτύου σε άλλες περιοχές της χώρας.
Στο πλαίσιο αυτό μειώθηκαν τα τέλη δικτύου στην Αττική (-6% συντελεστής δυναμικότητας και -37% συντελεστής ενέργειας), στη Στερεά Ελλάδα (-7% και -5% αντίστοιχα) και στην Πελοπόννησο (-45% και -20%), όπου το δίκτυο είναι περιορισμένο και τροφοδοτεί σχετικά μικρό αριθμό επιχειρήσεων.
Η αναπροσαρμογή των τιμολογίων στηρίχθηκε στον συμψηφισμό της υπερανάκτησης εσόδων της ΕΔΑ ΘΕΣΣ με τις υποανακτήσεις προηγούμενων περιόδων του δικτύου της ΔΕΔΑ (προ συγχωνεύσεως).
Ας σημειωθεί τέλος ότι η ΔΕΔΑ, έχει απορροφήσει τις δύο άλλες θυγατρικές της ΔΕΠΑ Υποδομών (ΕΔΑ ΘΕΣΣ και ΕΔΑ Αττικής) στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης, που υλοποιεί η Ιtalgas, μετά την εξαγορά της ΔΕΠΑ Υποδομών.