H αστάθεια και η έντονη μεταβλητότητα των τιμών εξακολουθούν να χαρακτηρίζουν τις αγορές χονδρικής ηλεκτρισμού στην Ευρώπη παρά την πτώση των τιμών, οι οποίες πάντως δεν έχουν ακόμα επανέλθει στα προ κρίσης επίπεδα με την τιμή της ενέργειας να παραμένει ακριβή.
Πρόκειται για ένα από τα βασικά συμπεράσματα του ACER, του Ευρωπαίου Ρυθμιστή Ενέργειας, όπως καταγράφεται στην Εκθεση Παρακολούθησης της Αγοράς 2024 για τις κυριότερες εξελίξεις στη αγορές χονδρικής του ηλεκτρισμού στην ΕΕ.
“ Η ενέργεια παραμένει ακριβή λόγω του κινδύνου του προμηθευτή και της αστάθεια της αγοράς” αναφέρει χαρακτηριστικά η Εκθεση, τονίζοντας ότι οι προμηθευτές ενέργειας αναγκάζονται να αγοράζουν για να καλύψουν τη μελλοντική ζήτηση, αντιμετωπίζοντας κινδύνους απωλειών λόγω της αστάθειας της αγοράς. “Η αποτελεσματική αντιστάθμιση κινδύνου είναι η λύση” αναφέρει ο ACER, υπογραμμίζοντας παράλληλα το ρόλο των προθεσμιακών αγορών, καθώς επιτρέπουν στους συμμετέχοντες στην αγορά να σταθεροποιούν και αντισταθμίζουν τις μελλοντικές ταμειακές ροές τους και έτσι να εξασφαλίσουν τις επιχειρήσεις τους απέναντι τους κινδύνους μελλοντικών μεταβολών των τιμών.
To report επισημαίνει ότι το 2023 ήταν η χρονιά κατά την οποία σημειώθηκε έκρηξη στην εμφάνιση αρνητικών τιμών στις αγορές της ΕΕ με τα σχετικά φαινόμενα να δωδεκαπλασιάζονται. Εκτός από τη ραγδαία διείσδυση των ΑΠΕ στα συστήματα ηλεκτρισμού και τη μείωση της κατανάλωσης, ο ACER αποδίδει το ρεκόρ των αρνητικών τιμών στη συνεχή ενοποίηση των αγορών ηλεκτρισμού και στην ευελιξία που προσφέρει η απόκριση ζήτησης. Μάλιστα, ο ACER σκοπεύει να διερευνήσει περαιτέρω τις αιτίες που οδήγησαν σε τόσο μεγάλη αύξηση των αρνητικών τιμών, στη μελέτη για το Διασυνοριακό Δυναμικό Μεταφοράς που θα παρουσιαστεί τον Ιούνιο και στην έκθεση για την Ενοποίηση των Αγορών (Οκτώβριος 2024)
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 2023 σε 27 από τις 50 ζώνες προσφορών ηλεκτρισμού στην ΕΕ καταγράφηκε η μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης αρνητικών τιμών από το 2017, με τις σκανιδναβικές χώρες να πρωταγωνιστούν, καθώς σημειώθηκαν περισσότερα από 380 “επεισόδια” αρνητικών τιμών.
Το 2022, η κρίση φυσικού αερίου οδήγησε σε εκτίναξη των τιμών της ενέργειας, αλλά τα έκτακτα μέτρα ενίσχυσης κάλυψαν τους καταναλωτές, αναφέρει η έκθεση, τονίζοντας το κρίσιμο ρόλο της συνεργασία εντός ΕΕ για την αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού.
• Κατανάλωση και παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας:
Το 2023 ήταν η επίσης χρονιά ανάκαμψης της ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Σε συνδυασμό με τη μειωμένη ζήτηση, οδήγησε σε μείωση της παραγωγής από φυσικό αέριο και άνθρακα. Ταυτόχρονα ήταν χρονιά μείωσης τιμών από τα επίπεδα της κρίσης, χωρίς όμως να αυξηθεί η κατανάλωση. Παρά τις χαμηλότερες τιμές spot, η ζήτηση συνέχισε να πέφτει, επηρεασμένη από τις οικονομικές επιπτώσεις και την σταδιακή κατάργηση των μέτρων στήριξης.
Οι τιμές του φυσικού αερίου και του ρεύματος δεν επέστρεψαν στα επίπεδα προ πανδημίας και συνέχισαν το 2023 να δημιουργούν προκλήσεις για τον πληθωρισμό και την ανταγωνιστικότητα σε πολλές χώρες της ΕΕ.
Η μείωση της ζήτησης μέχρι το τρίτο τρίμηνο του 2023 έπαιξε βασικό ρόλο στη μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Η παραγωγή ενέργειας από πυρηνικά, υδροηλεκτρικά, αιολικά και φωτοβολταϊκά αυξήθηκε. Οι ΑΠΕ και τα πυρηνικά σε συνδυασμό με τη μείωση της ζήτησης έφεραν περικοπές 22% στην παραγωγή από άνθρακα και φυσικό αέριο.
Το 2022, λόγω της ενεργειακής κρίσης η στροφή στην καθαρή ενέργεια επιβραδύνθηκε, αλλά με το REPowerEU και τον νέο στόχο για 44,5% ΑΠΕ το 2030, αλλά το 2023 η παραγωγή ηλεκτρισμού από ορυκτά καύσιμα (788 TWh) ήταν μικρότερη από αυτή των ΑΠΕ (1200 TWh).
Η συμμετοχή των ΑΠΕ έφθασε στο ποσοστό ρεκόρ του 45% συνολικής παραγωγής ηλεκτρισμού, με την ηλιακή παραγωγή να αυξάνεται κατά 18% και την αιολική να ξεπερνά για πρώτη φορά την παραγωγή από φυσικό αέριο και άνθρακα.
Η εγκατεστημένη ισχύς των φωτοβολταϊκών αυξήθηκε κατά σχεδόν 20% και διπλασιάστηκε σε σχέση με το 2019, ενώ η αιολική παραγωγή αυξήθηκε κατά 8%.
Η συμβατική παραγωγή παραμένει σταθερή, καθώς η πυρηνική ισχύς έμεινε στα ίδια επίπεδα, η ισχύς των μονάδων άνθρακα μειώθηκε κατά 2,8%, ενώ η ισχύς των μονάδων φυσικού αερίου ηλεκτροπαραγωγής αυξήθηκε κατά 1,1%
Ο συντελεστής παραγωγής μειώθηκε κατά 11% το 2023 για τις μονάδες άνθρακα, οι οποίες το 2022 λόγω της κρίσης είχαν αντικαταστήσει μονάδες φυσικού αερίου, που όμως ενανήλθαν μετά την πτώση της τιμής του αερίου
Πάντως, η ηλεκτρική ενέργεια από μονάδες φυσικού αερίου μειώθηκε ως αποτέλεσμα της μείωσης του συντελεστή παραγωγής κατά 22%.
Η μείωση της εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα, συνέβαλε στη μείωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Ωστόσο, τοπικά διακυμάνσεις εξακολουθούν να υφίστανται και οι χώρες που στηρίζονται περισσότερο στο φυσικό αέριο παρουσιάζουν τις υψηλότερες τιμές υψηλότερες τιμές. Οι ακριβότερες αγορές ήταν της Ιρλανδίας και της Ιταλίας και οι φθηνότερες στις σκανδιναβικές χώρες λόγω της υδροηλεκτρικής παραγωγής
Η αύξηση των εισαγωγών LNG και των επενδύσεων σε υποδομές, η επάρκεια των αποθεμάτων ασφαλείας και η χαμηλότερη ζήτηση χαλάρωσε το ισοζύγιο φυσικού αερίου της ΕΕ, συμβάλλοντας στη μείωση των τιμών.
Πάντως η αβεβαιότητα για το ρόλο του φυσικού αερίου στην Ευρώπη στο μέλλον επηρεάζει τις αποφάσεις για τα έργα και τις στρατηγικές του φυσικού αερίου. Σε σύγκριση με τη Βόρειο Αμερική, η ΕΕ αντιμετωπίζει θεμελιώδεις προκλήσεις ανταγωνιστικότητας και θα πρέπει να εστιάσει στην ενίσχυση ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων όπως η ενοποίηση των αγορών και των πόρων, καταλήγει η έκθεση, επισημαίνοντας ακόμα ότι η επιδότηση της εισροής ενέργειας μπορεί να δημιουργήσει δημοσιονομικές προκλήσεις.