Μόνον οι χώρες - μέλη της ΕΕ που θα πετύχουν νωρίτερα τους στόχους του 2030 για τη μείωση των εκπομπών ρύπων θα έχουν πρόσβαση στο νέο “αποθεματικό ασφαλείας” που δημιουργούν οι Βρυξέλλες για να συνδράμουν τις λιγότερο εύπορες χώρες-μέλη προκειμένου να μειώσουν την εκπομπή ρύπων στους τομείς των μεταφορών, των κατασκευών και της γεωργίας.
Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα κρίσιμο θέμα, που αφορά και στη χώρα μας, καθώς σχετίζεται με τη διανομή δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων από το 2020 και μετά, όταν θα τεθεί σε εφαρμογή ο νέος, πιο αυστηρός Μηχανισμός Εμπορίας Ρύπων (ΕΤS) της ΕΕ, ο οποίος αναμένεται να επιδράσει ανοδικά στις τιμές των δικαιωμάτων. Ας σημειωθεί ότι η ΔΕΗ αλλά και μία σειρά ρυπογόνων βιομηχανιών είναι υποχρεωμένες να αγοράζουν δικαιώματα.
Οι υπουργοί Περιβάλλοντος των 28 χωρών- μελών μετά από διεξοδικές διαβουλεύσεις για το νέο “αποθεματικό ασφαλείας” των 115 εκατ. τόνων CO 2 αποφάσισαν ότι θα είναι προσβάσιμο μόνον για τις χώρες εκείνες, οι οποίες ήδη έχουν κάνει χρήση των άλλων “προβλέψεων” που περιλαμβάνει ο Κανονισμός Επιμερισμού της Προσπάθειας.
Ο προσδιορισμός του έτους- αφετηρία για τον υπολογισμό της μείωσης των ρύπων αναδείχθηκε σε κομβικό σημείο της διαβούλευσης. Η αρχική πρόταση της Κομισιόν ήταν να χρησιμοποιηθούν οι τιμές της περιόδου 2016-2018 σαν βάση, αλλά μετά την έντονη κριτική από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις η πρόταση αποσύρθηκε. Η Γερμανία πρότεινε ως σημείο αναφοράς να τεθούν οι στόχοι για το Κλίμα του 2020, ακόμα και για τις χώρες εκείνες που δεν θα τους έχουν επιτύχει. Αλλά τελικά και η πρόταση αυτή απορρίφθηκε.
Κατόπιν των εξελίξεων αυτών, η προεδρεύουσα Εσθονία έθεσε την τελική πρόταση σύμφωνα με την οποία “ το αποθεματικό ασφαλείας θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνον στην περίπτωση που η ΕΕ πετύχει τους στόχους του 2030 για το Κλίμα, ενώ οι χώρες- μέλη που το δικαιούνται για να αποκτήσουν πρόσβαση θα πρέπει να έχουν συμμορφωθεί με αυστηρές προυποθέσεις¨
Μετά από έντονη πίεση η Λεττονία και η Μάλτα κατάφεραν να αποσπάσουν επιπλέον δικαιώματα για 2 εκατομμύρια τόνους διοιειδίου του άνθρακα, επικαλούμενες “εξαιρετικές συνθήκες”.
Από εδώ και πέρα, η θέση που υιοθέτησε το Συμβούλιο θα τεθεί στις τριμερείς διαπραγματεύσεις που ξεκινούν με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Κομισιόν για τη διαμόρφωση του τελικού κανονισμού.