Yπέρ της τεχνολογίας δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (CCUS), η οποία μπορεί να αυξήσει τη «διάρκεια ζωής» συμβατικών ορυκτών καυσίμων όπως το φυσικό αέριο κάτω από τους αυστηρούς νόμους για το Κλίμα, τάσσονται ανοικτά ο επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας Fatih Birol και η πρωθυπουργός της Νορβηγίας κα Erna Solberg
Σε κοινό άρθρο τους στο Euractiv, υπογραμμίζουν ότι οι τεχνολογίες CCUS επιτρέπουν τη σύλληψη των εκπομπών CO2 και να την επαναχρησιμοποίηση ή τη γεωλογική αποθήκευσή τους, κατά τρόπο που να μην μπορούν να συμβάλουν στην αλλαγή του κλίματος. Η χρήση τέτοιων συστημάτων μπορεί να αποδειχθεί πολύ σημαντική για τη μείωση των εκπομπών CO 2 από το παγκόσμιο ενεργειακό σύστημα - από σταθμούς παραγωγής ενέργειας έως εργοστάσια τσιμέντου και παραγωγή υδρογόνου – ενώ παράλληλα συμβάλλει στην εξισορρόπηση εκπομπών που δεν μπορούν να αποφευχθούν.
«Οι κυβερνήσεις και οι εταιρίες έχουν την ευκαιρία σήμερα να μετατρέψουν τα CCUS σε ένα success story καθαρής ενέργειας, που θα φέρει περιβαλλοντικά και οικονομικά οφέλη σε όλο τον πλανήτη. Χωρίς αυτό, οι κλιματικοί και ενεργειακοί στόχοι θα καταστούν σχεδόν ανέφικτοι» αναφέρει το άρθρο.
Σήμερα υπάρχουν περίπου 20 εγκαταστάσεις CCUS που λειτουργούν εμπορικά παγκοσμίως, αριθμός που δεν προσεγγίζει ούτε στο ελάχιστο την ποσότητα που απαιτείται για μια βιώσιμη πορεία όσον αφορά στο Κλίμα , σύμφωνα με την ανάλυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Ενέργειας ( IEA). Το θετικό όμως είναι ότι μέσω έξυπνων πολιτικών, επενδύσεων και διεθνούς συνεργασίας, οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες σε όλο τον κόσμο μπορούν να δώσουν στα CCUS την ώθηση που χρειάζεται
Η επίτευξη ταχείας ανάπτυξης των συστημάτων διακράτησης, αποθήκευσης και χρήσης του διοξειδίου του άνθρακα έχει ζωτική σημασία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, για τέσσερις βασικούς λόγους :
- Πρώτον, υπάρχουν βιομηχανίες όπως το τσιμέντο, για τις οποίες το CCUS είναι ουσιαστικά το μόνο σύστημα που μπορεί να επιτύχει το είδος της μεγάλης μείωσης εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα που είναι απαραίτητο για την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας.
- Δεύτερον, το CCUS μπορεί να βοηθήσει στη διακράτηση των εκπομπών CO 2 από υπάρχοντα ενεργειακά περιουσιακά στοιχεία, όπως χαλυβουργεία και σταθμούς παραγωγής ενέργειας, που διαφορετικά θα μπορούσαν να εκπέμπουν 600 δισεκατομμύρια τόνους CO2 τις επόμενες πέντε δεκαετίες.
- Τρίτον, το CCUS μπορεί να υποστηρίξει την ταχεία ανάπτυξη της παραγωγής υδρογόνου χαμηλών εκπομπών άνθρακα, που αποτελεί επίσης βασικό στοιχείο για την επίτευξη ενεργειακών και κλιματικών στόχων, χάρη στην ικανότητά του να συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών από τους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, της βιομηχανίας και των κτιρίων.
Το υδρογόνο χαμηλού άνθρακα μπορεί να παραχθεί είτε με ηλεκτρόλυση που τροφοδοτείται από ηλεκτρικό ρεύμα ή από τεχνολογίες που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα, οι οποίες αν συνδυαστούν με CCUS δεν θα παράγουν παρά σχεδόν μηδενικούς ρύπους. Στην Ευρώπη, υπάρχουν σήμερα πέντε πρότζεκτ για την παραγωγή υδρογόνου με τη χρήση ορυκτών καυσίμων σε μονάδες εξοπλισμένες με CCUS.
-Τέταρτον, για ορισμένες χρήσεις, στις οποίες η μείωση ή η εξάλειψη του CO2 είναι εξαιρετικά δύσκολη ή δαπανηρή, το CCUS παρέχει μια λύση για την απομάκρυνση του CO2 από την ατμόσφαιρα.
Ο συνδυασμός της τεχνολογίας CCUS με τη βιοενέργεια και άλλες τεχνολογίες που μπορούν να αφαιρέσουν άμεσα το διοξείδιο του άνθρακα από τον αέρα μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο. Για παράδειγμα η σύλληψη και η αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα κατά την αποτέφρωση την αποβλήτων αποτελεί μία σημαντική εφαρμογή, καθώς η διαχείριση των αποβλήτων είναι μια αναπτυσσόμενη βιομηχανία.
Πρόκειται για τους τέσσερις βασικούς λόγους που δείχνουν πώς το CCUS μπορεί να κάνει τη διαφορά. Εν τω μεταξύ, οι ολοένα και πιο φιλόδοξοι κλιματικοί στόχοι και τα αυξημένα επενδυτικά κίνητρα δημιουργούν νέα δυναμική για τα CCUS, μετά από χρόνια αργής προόδου και ανεπαρκών επενδύσεων.
Σχέδια για περισσότερες από 30 εμπορικές εγκαταστάσεις CCUS έχουν ανακοινωθεί τα τελευταία τρία χρόνια, κυρίως στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου υπάρχουν νέα κίνητρα πολιτικής - αλλά και στην Αυστραλία, την Κίνα, την Κορέα, τη Μέση Ανατολή και τη Νέα Ζηλανδία. Παράλληλα, τα έργα που πλησιάζουν τώρα σε μια τελική επενδυτική απόφαση αντιπροσωπεύουν μια εκτιμώμενη δυνητική επένδυση περίπου 27 δισεκατομμυρίων δολαρίων, πάνω από το διπλάσιο των επενδύσεων που σχεδιάζονταν το 2017.
Η Νορβηγία είναι μία από τις χώρες που αποφάσισε να επενδύσει στα CCUS. ‘Aλλωστε είναι και από τους μεγαλύτερους παραγωγούς φυσικού αερίου- ο δεύτερος μεγαλύτερος προμηθευτής Φ.Α. της Ευρώπης μετά τη Ρωσία και είναι λογικό να προωθεί τεχνολογίες που επιμηκύνουν τη «ζωή» του φυσικού αερίου, μέσα σε ένα περιβάλλον όλο και πιο εχθρικό για τα ορυκτά καύσιμα λόγω του Κλίματος.
Πρόσφατα η κυβέρνηση του ‘Οσλο δεσμεύτηκε να χρηματοδοτήσει με 1,8 δις. δολάρια το πρότζεκτ Longship, που αφορά σε μονάδα διακράτησης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα από ένα εργοστάσιο τσιμέντου και μία μονάδα που μετατρέπει απορρίμματα σε ενέργεια. Το διοξείδιο του άνθρακα θα συλλαμβάνεται και θα μεταφέρεται στο χώρο αποθήκευσης Norhern Lights, σε μεγάλο βάθος στα νερά της Βόρειας Θάλασσας. Το Norhern Lights θα μπορεί να δέχεται CO2 και από γειτονικές ευρωπαϊκές χώρες. Εξάλλου, το Όσλο ανακοίνωσε ότι θα χρηματοδοτήσει και μία μονάδα αποτέφρωσης αποβλήτων της Fortum Oslo Varme με σύστημα δέσμευσης άνθρακα, με την προϋπόθεση ότι η εταιρία θα μπορέσει να εξασφαλίσει την υπόλοιπη αναγκαία χρηματοδότηση από άλλες πηγές. Προς το σκοπό αυτό μάλιστα, θα αναζητηθούν πόροι και από την ΕΕ, παρότι η Νορβηγία δεν είναι μέλος, αλλά ανήκει στον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.
Η Νορβηγία αποδεικνύει εδώ και δεκαετίες ότι οι τεχνολογίες δέσμευσης άνθρακα δεν είναι επιστημονική φαντασία: το υπεράκτιο έργο αερίου Sleipner ήταν η πρώτη μονάδα αποθήκευσης CO2 στον κόσμο και λειτουργεί από το 1996. Ένα άλλο έργο, το Snøhvit, λειτουργεί από το 2008.