Σε ανησυχητικά υψηλά επίπεδα ανέβηκαν χθες οι τιμές του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, ενώ ζήτημα αύξησης της χρήσης λιγνίτη στην εγχώρια ηλεκτροπαραγωγή, προκειμένου να συγκρατηθούν οι τιμές χονδρικής του ηλεκτρισμού έθεσε εμμέσως ο ΣΥΡΙΖΑ, επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι η Ελλάδα εισάγει το ρωσικό φυσικό αέριο σε τιμή 30% υψηλότερη από τη γειτονική Βουλγαρία.
Η τιμή φυσικού αερίου TTF στο συμβόλαιο παράδοσης Απριλίου διαμορφώθηκε χθες στα 128,500 ευρώ/MWh, μετά από ένα άλμα 30,331% ενώ το αργό πετρέλαιο Brent κατέγραφε αύξηση 9%, φθάνοντας στα 106,77 δολ/βαρέλι στις 6.43 μμ, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη ημερήσια ποσοστιαία άνοδο από τον Μάρτιο του 2021, με τους αναλυτές να εκτιμούν πολύ πιθανές τις περαιτέρω αυξήσεις τόσο στο αέριο όσο και στο πετρέλαιο.
Ας σημειωθεί ότι η τιμή χονδρικής ηλεκτρισμού στην ελληνική Αγορά Επόμενης Ημέρας διαμορφώνεται για σήμερα στα 254,94 ευρώ/MWh, περίπου όσο και χθες, σε ένα επίπεδο που συγκαταλέγεται ανάμεσα στα 4-5 χαμηλότερα της Ευρώπης. Η συμμετοχή του λιγνίτη στο σημερινό ενεργειακό μείγμα δεν ξεπερνά το 7,3%, ενώ του φυσικού αερίου φθάνει στο 42,2%.
Σχολιάζοντας τις δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή σχετικά με την ενέργεια, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτης Φάμελλος αναφέρθηκε στη βίαιη απολιγνιτοποίηση και παρέθεσε παλαιότερες δηλώσεις του υπουργού Περιβάλλοντος- Ενέργειας Κώστα Σκρέκα, από τις οποίες προέκυπτε ότι το κόστος ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη είναι χαμηλότερο σε σχέση με την παραγωγή ηλεκτρισμού με καύσιμο το φυσικό αέριο. Συγκεκριμένα, αφορούσε στη δήλωση Σκρέκα της 14ης Σεπτεμβρίου 2021, σύμφωνα με την οποία το κόστος της ηλεκτρικής μεγαβατώρας, συμπεριλαμβανομένου του κόστους ρύπων, από φυσικό αέριο ανερχόταν στα 150 ευρώ και από λιγντίτη στα 110-115 ευρώ “Και όλα αυτά το Σεπτέμβριο του 2021, πριν από το «ράλι» στις τιμές φυσικού αερίου.” αναφέρει ο κ. Φάμελλος. Επίσης επικαλείται πρόσφατο άρθρο πρώην διευθυντή της ΔΕΗ για τις τιμές φυσικού αερίου Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου με κόστος ρύπων 100 €/t-C02. Από το άρθρο προκύπτει ότι το κόστος ηλεκτροπαραγωγής των μονάδων φυσικού αερίου κυμαίνεται μεταξύ 170 – 300 €/MWh-e, ενώ για τις λιγνιτικές μονάδες με το ίδιο κόστος ρύπων το μέσο μεταβλητό κόστος παραγωγής λόγω καυσίμων και ρύπων ανέρχεται σε 145 €/MWh-e.
Εν τω μεταξύ, με τις πολεμικές εξελίξεις στην Ουκρανία η ενεργειακή κρίση δείχνει να εισέρχεται σε ένα νέο επίπεδο, με έκδηλες πλέον τις ανησυχίες διεθνώς για την επάρκεια πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Χώρες- μέλη του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας αποφάσισαν χθες να απελευθερώσουν 60 εκατ. βαρ/πετρελαίου από τα στρατηγικά τους αποθέματα. Η ποσότητα αυτή ωστόσο κρίθηκε ανεπαρκής και δεν καθησύχασε τους φόβους της αγοράς για τις διαταραχές στην προσφορά. Αξίζει να σημειωθεί ότι παρότι ο τομέας της ενέργειας δεν έχει περιληφθεί στις κυρώσεις της Δύσης κατά της Ρωσίας, στον πετρελαϊκό τομέα ήδη παρουσιάζονται προβλήματα, καθώς πολλοί traders αποφεύγουν τις συναλλαγές με ρωσικό πετρέλαιο, επειδή έχει ανέβει το κόστος των εγγυητικών, των ναύλων και άλλων προβλημάτων, ενώ υπάρχει έντονη ανησυχία για την έγκαιρη παράδοση των φορτίων από τη Ρωσία.
Από την άλλη πλευρά, οι χώρες του ΟΠΕΚ + (συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας) δεν δείχνουν πρόθυμες να αυξήσουν την παραγωγή τους, πέραν του αρχικού τους σχεδίου περί μηνιαίας αύξησης κατά 400.000 βαρ/ημέρα, παρά τις παραινέσεις από τις ΗΠΑ. Τα κράτη- μέλη του ΟΠΕΚ + συνεδριάζουν σήμερα.
Τέλος, όσον αφορά στο φυσικό αέριο από τη Ρωσία ως και χθες το βράδυ οι παραδόσεις της Gazprom συνεχίζονταν κανονικά, ωστόσο η αγορά ανησυχεί για ενδεχόμενη διακοπή ή διαταραχή των ροών του ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη. Οπως μετέδωσε το πρακτορείο Reuters, η κοινοπραξία του αγωγού Ρωσίας- Γερμανίας Nord Stream II μπορεί να καταθέσει αίτηση πτώχευσης, αφού το Βερολίνο πάγωσε το έργο, ενώ η Shell, ακολουθώντας το παράδειγμα της ΒΡ, ανακοίνωσε την πρόθεσή της να εγκαταλείψεις τις δραστηριότητές που έχει με ρωσικές εταιρίες.