Πρόταση για περιορισμό του κόστους εισαγωγών φυσικού αερίου σε μια προσπάθεια συγκράτησης των τιμών, -σύμφωνα με προσχέδιο δήλωσης που παρουσιάστηκε τη Δευτέρα (3 Οκτωβρίου)-, πρόκειται να ζητήσουν από την εκτελεστική εξουσία της ΕΕ οι ηγέτες των κρατών-μελών, στην επερχόμενη σύνοδο κορυφής αυτή την εβδομάδα. Η πίεση για ανώτατο όριο τιμών έχει διχάσει την ΕΕ, με 15 χώρες να απαιτούν από τη Γερμανία ως οικονομική δύναμη να ηγείται μιας μικρότερης ομάδας κρατών μελών που αντιτίθενται στην πρωτοβουλία, η οποία περιλαμβάνει την Αυστρία, την Ολλανδία, την Ουγγαρία και τη Δανία.
Μια σχετική διατύπωση που βρίσκεται ακόμη υπό διαπραγμάτευση εν όψει της συνάντησης στην Πράγα την Παρασκευή, καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εργαστεί «για να προτείνει εφαρμόσιμες λύσεις για τη μείωση των τιμών μέσω του ανώτατου ορίου των τιμών του φυσικού αερίου».
Η Επιτροπή δεν έχει προτείνει ακόμη ανώτατο όριο στις τιμές του φυσικού αερίου και εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με την ιδέα, προτείνοντας στις χώρες να εξετάσουν, αντίθετα, στενότερα ανώτατα όρια τιμών, όπως πχ, για το φυσικό αέριο το οποίο χρησιμοποιείται μόνο για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας .
Η πρόταση είναι ένα από τα πιθανά μέτρα που προβλέπονται ως μέρος ενός «οδικού χάρτη για τους επόμενους μήνες», σύμφωνα με το προσχέδιο δήλωσης. «Οι προσπάθειές μας να διασφαλίσουμε την ασφάλεια του εφοδιασμού και να μειώσουμε τις τιμές της ενέργειας πρέπει να συνεχιστούν», αναφέρει το προσχέδιο δήλωσης, το οποίο χαιρετίζει επίσης τις πρόσφατες αποφάσεις για μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη.
Η ΕΕ προσπαθεί απεγνωσμένα να μειώσει το αβάσταχτο ενεργειακό κόστος για τους καταναλωτές ενόψει του χειμώνα, αφού ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία εκτίναξε τις τιμές στα ύψη.
Το υψηλό κόστος φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας που εντείνεται μετά το κλείσιμο των αγωγών από τη Μόσχα συνέβαλε στην εκτόξευση του πληθωρισμού έως και 10% στην ευρωζώνη τον περασμένο μήνα.
Η Γερμανία έχει επιχειρηματολογήσει κατά του ανώτατου ορίου των εισαγωγών φυσικού αερίου λόγω του φόβου ότι θα αποτρέψει τις τόσο απαραίτητες αποστολές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) να έρχονται στην ήπειρο από τις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού.
Όμως, το Βερολίνο έχει πυροδοτήσει οργή σε άλλες πρωτεύουσες της ΕΕ με την ταυτόχρονη απελευθέρωση ενός σχεδίου 200 δισεκατομμυρίων ευρώ για να βοηθήσει τα γερμανικά νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν τις υψηλές τιμές.
Το ότι το Βερολίνο χρησιμοποιεί τη «μεγαλοπρέπειά» του και, ταυτόχρονα, εναντιώνεται σε μια πρωτοβουλία σε όλο το μπλοκ για το ανώτατο όριο φυσικού αερίου έχει επικριθεί από άλλες κυβερνήσεις που δεν έχουν την ίδια οικονομική δύναμη με τη γερμανική ως αποτυχία να δείξει αλληλεγγύη με άλλα κράτη μέλη.
Συγκρίνοντας το σοκ από την κρίση των τιμών της ενέργειας με την πανδημία COVID-19, οι αξιωματούχοι της ΕΕ ζητούν μια κοινή απάντηση της ΕΕ που θα βοηθούσε όλες τις χώρες να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα χωρίς να διακυβεύονται οι κανόνες του θεμιτού ανταγωνισμού.
Μια συμφωνία σε επίπεδο ΕΕ για ανώτατο όριο στις τιμές του φυσικού αερίου, εάν λάβει επαρκή υποστήριξη, θα μπορούσε να είναι μια τέτοια κοινή απάντηση, εκτιμούν αναλυτές.
Όμως, ενώ η ΕΕ αναζητά περισσότερα μέτρα σε όλο το σώμα, ορισμένοι, όπως η Γερμανία, προωθούν εθνικά μέτρα.
«Χωρίς μια κοινή ευρωπαϊκή λύση, κινδυνεύουμε σοβαρά με κατακερματισμό», δήλωσε το Σάββατο η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
Άλλες προτεραιότητες που αναφέρονται στο σχέδιο δήλωσης της συνόδου κορυφής της ΕΕ περιλαμβάνουν «επιτάχυνση των διαπραγματεύσεων» με ξένες χώρες για πρόσθετες προμήθειες φυσικού αερίου, «ανάπτυξη πιο αντιπροσωπευτικού σημείου αναφοράς για το LNG» που αντικατοπτρίζει καλύτερα τις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς και επιτάχυνση των εργασιών για τον «περιορισμό της αστάθειας των τιμών» στις αγορές.
Επιπλέον, η δήλωση καλεί τις χώρες της ΕΕ να αρχίσουν τώρα να προετοιμάζονται για την επόμενη περίοδο πλήρωσης αποθήκευσης αερίου μετά τον ερχόμενο χειμώνα. «Η συγκέντρωση της ζήτησής μας μέσω της Ενεργειακής Πλατφόρμας της ΕΕ θα επιτρέψει την πλήρη χρήση του συλλογικού πολιτικού βάρους και της βαρύτητας της Ένωσης στην αγορά», αναφέρει η δήλωση.