Σημαντική πτώση παρουσίασαν το Φεβρουάριο οι λογαριασμοί φυσικού αερίου για τα νοικοκυριά στην Αθήνα, παρότι έπαυσε η έκπτωση που παρείχε η ΔΕΠΑ Εμπορίας, με τις τιμές λιανικής να ακολουθούν ως ένα βαθμό την πτώση της τιμής του φυσικού αερίου TTF.
H μείωση της της τιμής του αερίου (συμπεριλαμβανομένων φόρων, τελών και λοιπών χρεώσεων) για νοικοκυριά στο λεκανοπέδιο έφθασε στο 23%, σύμφωνα με τη μηνιαία έρευνα της ΗΕΡΙ που διενεργείται σε συνεργασία της VaasaETT με τις ενεργειακές αρχές της Αυστρίας και της Ουγγαρίας, με στοιχεία από 33 χώρες.
Το Δουβλίνο ήταν η μόνη πόλη που εμφάνισε αύξηση (2%) στην τιμή, ενώ στις Βρυξέλλες η πτώση φθάνει στο 33%, στην Κοπενχάγη στο 31%, στη Σόφια στο 23% , στη Ρώμη στο 22% και στο Βερολίνο στο 7%.
Οι τιμές του φυσικού αερίου για τις κατοικίες συνέχισαν να υποχωρούν σημαντικά, μία τάση που παρατηρείται από τον Σεπτέμβριο και μετά Μάλιστα, στις Βρυξέλλες και τη Κοπεγχάγη οι τιμές επέστρεψαν σε επίπεδα, που είχαν παρατηρηθεί για τελευταία φορά στα τέλη του 2021.
Η γενική πτώση των τιμών του τελικού χρήστη, όπως αναφέρει η έρευνα της ΗΕΠΙ, οφείλεται κυρίως στη συνεχιζόμενη πτώση των τιμών χονδρικής του αερίου, που αποδίδεται στη σημαντική μείωση της ζήτησης λόγω του ήπιου χειμώνα, σε συνδυασμό με τα μέτρα εξοικονόμησης και την η αύξηση της προσφοράς, κυρίως υγροποιημένου αερίου (LNG), καθώς πύκνωσαν τα δρομολόγια των πλοίων μεταφοράς LNG και οι αφίξεις φορτίων στα ευρωπαϊκά λιμάνια.
Ωστόσο, υπάρχει μεγάλη διαφορά στις τελικές τιμές χρήστη ανάμεσα στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Για παράδειγμα στη Στοκχόλμη τα νοικοκυριά πληρώνουν πάνω από το διπλάσιο της μέση τιμής τελικού χρήστη στην Ευρώπη, πράγμα που εν μέρει μπορεί να εξηγηθεί από τον πολύ μικρό αριθμό των κατοικιών, μόλις 92.000 σε όλη τη Σουηδία, εκ των οποίων 58.000 στο απομονωμένο δίκτυο της Στοκχόλμης, που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο. Η δεύτερη ακριβότερη πόλη είναι το Βερολίνο και ακολουθεί η Βιέννη. Η τιμή του αερίου για τα νοικοκυριά στη Στοκχόλμη είναι 12 φορές υψηλότερη απ’ ότι στη Βουδαπέστη, που είναι η φθηνότερη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα στο φυσικό αέριο.
Γενικότερα, στις χώρες της ανατολικής και της κεντρικής Ευρώπης παρατηρούνται οι πιο χαμηλές τιμές, με εξαίρεση την Πράγα, τη μόνη με τιμή άνω του μέσου ευρωπαϊκού όρου
Οι περισσότερες κυβερνήσεις έχουν λάβει εκτεταμένα μέτρα για τη στήριξη των καταναλωτών.
Ωστόσο, παρά την πρόσφατη πτώση των τιμών, οι τιμές του φυσικού αερίου εξακολουθούν να είναι σημαντικά υψηλότερες από ότι
πριν από την έναρξη της κρίσης, εξ αιτίας της στενότητας προσφοράς, της συνεχούς αύξησης της διεθνούς ζήτησης υγροποιημένου φυσικού αερίου, αλλά και της ανησυχίας για τυχόν περικοπές εφοδιασμού.
Λαμβάνονας υπόψη την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, οι τρεις φθηνότερες πόλεις στο φυσικό αέριο ήταν τον Φεβρουάριο η Βουδαπέστη, το Βελιγράδι και η πόλη του Λουξεμβούργου.
Σύμφωνα με την έρευνα της ΗΕΡΙ η τιμή της ενέργειας στον λογαριασμό αερίου αντιπροσωπεύει κατά μέσο όρο το 63% της τελικής τιμής για τον χρήστη, η διανομή το 17%, οι ενεργειακοί φόροι το 6% και το ΦΠΑ το 14%.
Σε ορισμένες χώρες, όπως στην Ολλανδία, οι ενεργειακοί φόροι χρησιμοποιούνται για να παρακινήσουν τους καταναλωτές να στραφούν σε άλλη μορφή ενέργειας και εν προκειμένω προς τον ηλεκτρισμό για θέρμανση και άλλες χρήσεις.
Συνολικά, τόσο για τον ηλεκτρισμό όσο και για φυσικό αέριο, η τιμή της ενέργειας αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 63% της τιμής τελικού χρήστη, ενώ τα εθνικά φορολογικά συστήματα και οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις (δίκτυα μεταφοράς κλπ) είναι υπεύθυνα για τα υπόλοιπα.
Η ενεργειακή κρίση είχε ως αποτέλεσμα η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας από 40% που συμμετείχε τον Φεβρουάριο του 2021 στη διαμόρφωση του τελικού λογαριασμού του χρήστη, να φθάσει στο 57% τον Φεβρουάριο του 2022 και στο 62% τον ίδιο μήνα φέτος. Το ίδιο συνέβη με το φυσικό αέριο, με την τιμή της ενεργειακής συνιστώσας από 41% τον Φεβρουάριο 2021, ένα χρόνο αργότερα να αυξάνεται στο 57% και στο 63% τον Φεβρουάριο 2023
Η απότομη αύξηση των τιμών της ενέργειας ωθεί τους καταναλωτές να αναζητήσουν πιο ανταγωνιστικές προσφορές στην αγορά, όμως οι εναλλακτικές λύσεις είναι πολύ περιορισμένες, ειδικά για νέους πελάτες.