Tροποποιητική πρόταση για έναν μηχανισμό ευελιξίας που θα συμπεριλαμβάνει τις σύγχρονες μονάδες φυσικού αερίου και τα μεγάλα υδροηλεκτρικά κατέθεσε η ελληνική πλευρά, εκπροσωπούμενη από τον υπηρεσιακό υπουργό Ενέργειας Παντελή Κάπρο, κατά τη χθεσινή συνεδρίαση του συμβουλίου των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ, στο οποίο συζητείται η πρόταση της Κομισιόν για την μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρισμού.
Η αμοιβή της ευελιξίας, δηλαδή της διαθεσιμότητας παραγωγής ηλεκτρισμού από συμβατικές μονάδες, είναι ένα θέμα που επανέφεραν στο προσκήνιο αρκετές χώρες , αλλά και η Eurelectric, o φορέας που εκπροσωπεί τις εταιρίες ηλεκτρισμού της Ευρώπης.
Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα, ότι υπήρξαν χώρες που ζήτησαν ακόμα και οι μονάδες άνθρακα να ενταχθούν στην ευελιξία, σε μία προσπάθεια εξασφάλισης- ανάλογα με τα καύσιμα σταθερής ηλεκτροπαραγωγής που διαθέτει κάθε χώρα (πυρηνικά, φυσικό αέριο, άνθρακας) επάρκειας ηλεκτρικής ενέργειας σε ανταγωνιστικές τιμές κατά την περίοδο της μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα. Άλλωστε η ενεργειακή κρίση που βίωσε το 2022 η Ευρώπη και η αβεβαιότητα για τις μελλοντικές εξελίξεις κατέδειξαν με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο τις επιπτώσεις από ενδεχόμενη έλλειψη ενεργειακού εφοδιασμού.
Υπέρ της τροποποίησης που κατέθεσε η Ελλάδα τάχθηκαν και άλλες χώρες, αν και η πλειονότητα των κρατών-μελών φαινόταν- ως αργά χθες το απόγευμα που συνεχιζόταν η διαπραγμάτευση στο συμβούλιο των υπουργών- να τάσσεται κατά.
Ας σημειωθεί ότι το σχέδιο της Κομισιόν για τη μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρισμού, δεν περιλαμβάνει τις συμβατικές μονάδες στον μηχανισμό ευελιξίας, ο οποίος ουσιαστικά αφορά την αποθήκευση και την απόκριση της ζήτησης.
‘Οπως τόνισε ο υπηρεσιακός υπουργός Ενέργειας Παντελής Κάπρος στην ομιλία του στο Συμβούλιο “Το μελλοντικό σύστημα που θα βασίζεται στις ΑΠΕ θα χρειάζεται σημαντική ισχύ και μεγάλη ευελιξία. Η ανάγκη αυτή σωστά επισημαίνεται και ορθώς προτείνεται ένας μηχανισμός αμοιβής διαθεσιμότητας ισχύος για πόρους που θα παρέχουν αυτή την ευελιξία στο σύστημα. ….Η πρόταση όμως της ΕΕ δεν θεωρεί επιλέξιμούς πόρους τα υδροηλεκτρικά και τις σύγχρονες μονάδες φυσικού αερίου. ‘Ομως αυτοί οι πόροι είναι απαραίτητοι σε βραχυχρόνιο και μεσοχρόνιο ορίζοντα ώστε να συμπληρώνεται η λειτουργία των ΑΠΕ και να θωρακίζεται η αξιοπιστία του συστήματος” είπε ο υπουργός, υπενθυμίζοντας ότι παρεμφερής μηχανισμός αμοιβής της ευελιξίας είχε λειτουργήσει στην Ελλάδα στο παρελθόν.
Υπέρ των μηχανισμών ευελιξίας (capacity mechanism) για τις μονάδες σταθερής παραγωγής φαίνεται να τάσσεται και η Eurelectric, όπως προκύπτει από τη Διακήρυξη της νέας διοίκησης του φορέα, στην οποία αντιπρόεδρος τοποθετήθηκε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Γιώργος Στάσσης.
“Πρέπει να υποστηριχθεί ένα υγιές και προβλέψιμο επενδυτικό πλαίσιο για την παροχή μεταβλητής, σταθερής και ευέλικτης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, αποθήκευσης και δικτύων” αναφέρει μεταξύ άλλων η Eurelectric στη διακήρυξη, υπογραμμίζοντας ότι μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το ενεργειακό τοπίο έχει αλλάξει και ότι πρέπει να επιδειχθεί η ίδια αποφασιστικότητα για την δομική αντιμετώπιση των τρωτών σημείων και την οικοδόμηση ενός ισχυρού συστήματος, που θα είναι απρόσβλητο σε μελλοντικούς κραδασμούς.
Η ΕΕ πρέπει να θωρακίσει τη βιομηχανική της ανταγωνιστικότητα, χωρίς να αποδυναμώσει τις προσπάθειες για την απαλλαγή από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, υποστηρίζει η Eurelectric, ζητώντας με άλλα λόγια να βρεθεί η χρυσή τομή, ανάμεσα στην ασφάλεια εφοδιασμού μέσω του ηλεκτρισμού , την επέκταση και ψηφιοποίηση των δικτύων και τη δίκαιη κατανομή κινδύνων και οφελών, ανάμεσα στους καταναλωτές, τη βιομηχανία και το κράτος.
“Για να εξασφαλιστεί ένα αξιόπιστο σύστημα, η μεταβλητότητα της αύξησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας πρέπει να εξισορροπηθεί με ευέλικτη προσφορά και ζήτηση μέσω ποικίλου φάσματος πόρων παραγωγής μεγάλης κλίμακας και αποκεντρωμένων καταναλωτικών λύσεων, καθώς και μεταξύ των ενεργειακών φορέων” υπογραμμίζει ο φορέας.
Επίσης τονίζει τη σημασία της ενίσχυσης της ενεργειακής απόδοσης και της ενεργού συμμετοχής των καταναλωτών στην ευελιξία από την πλευρά της ζήτησης ως σημαντικές συνεισφορές στην ενεργειακή ασφάλεια καθώς και την υποστήριξη ενός αποτελεσματικού επενδυτικού κλίματος στην Ευρώπη, ιδίως όσον αφορά την παραγωγή καθαρών και μηδενικών τεχνολογιών.