Το φθινόπωρο αναμένεται να ανακοινωθούν τα νέα αυξημένα τέλη για τη χρήση των δικτύων φυσικού αερίου, τα οποία ενοποιούνται, όπως έχει ήδη προαναγγείλει η Italgas, η ιταλική εταιρία που αγόρασε τη ΔΕΠΑ Υποδομών, στην οποία ανήκουν οι δύο Εταιρίες Διανομής Αερίου Αττικής και Θεσσαλονίκης – Θεσσαλίας , καθώς η ΔΕΔΑ. (δίκτυο διανομής στην υπόλοιπη χώρα)
Πρόσφατα, η ΡΑΑΕΥ ενέκρινε για το 2023 αύξηση της απόδοσης κεφαλαίου, δηλαδή του WACC για τη ΔΕΠΑ Υποδομών και τις τρεις θυγατρικές δικτύων στο 8,57% από 7,03% που ήταν το 2022 και το 2021. Δεδομένου ότι το WACC είναι ο βασικός συντελεστής της εξίσωσης που διαμορφώνει το ύψος της χρέωσης για το δίκτυο διανομής που πληρώνει ο καταναλωτής, θα πρέπει να αναμένεται η αύξηση του WACC να περάσει και στα τέλη χρήσης του δικτύου.
Ας σημειωθεί ότι η αύξηση αυτή αντανακλά και την αύξηση της ρυθμιζόμενης περιουσιακής βάσης της ΔΕΠΑ Υποδομών από 700 εκατ. ευρώ σε 1,2 εκατ. ευρώ.
Οσον αφορά όμως στην ρυθμιστική περίοδο 2024-2027, το τοπίο παραμένει θολό, καθώς θα πρέπει να προηγηθεί η σχετική εισήγηση της ΔΕΠΑ Υποδομών για την ίδια και την ενιαία πλέον θυγατρική της στα δίκτυα διανομής. Σε μεγάλο βαθμό, το WACC της περιόδου 2024-2027 θα κριθεί και από το επενδυτικό πρόγραμμα της εταιρίας, πιο συγκεκριμένα από το τμήμα εκείνο των σχεδιαζόμενων επενδύσεων που η ΡΑΑΕΥ θα εντάξει στη ρυθμιζόμενη περιουσιακή βάση, για την οποία ισχύουν οι ρυθμιζόμενες τιμές.
Μέχρι στιγμής πάντως το ακριβές ύψος των τελικών τιμολογίων ακόμα και για το 2023 δεν έχει γίνει γνωστό. Ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΔΑ Αττικής Λεωνίδας Μπάκουρας προτίμησε να κρατήσει κλειστά τα χαρτιά του, όταν ρωτήθηκε σχετικά σε συνέντευξη τύπου που έδωσε χθες και περέπεμψε το όλο θέμα στον μέτοχο, δηλαδή την Italgas, η οποία θα αποφασίσει μετά τη συγχώνευση των τριών εταιριών διανομής και την επικαιροποίηση του επενδυτικού της προγράμματος.
Από την πλευρά της, η ΕΔΑ Αττικής, όπως είπε ο κ. Μπάκουρας, προχωρεί σε επενδύσεις για την επέκταση και τον εκσυγχρονισμό του δικτύου της, παρά το γεγονός ότι η Ευρώπη στρέφεται πλέον στις αντλίες θερμότητας, που λειτουργούν με ηλεκτρισμό, εγκαταλείποντας σταδιακά το φυσικό αέριο για τη θέρμανση.
Η εταιρία θεωρεί ότι το ενδιαφέρον των καταναλωτών για το φυσικό αέριο αναθερμαίνεται και ότι θα παραμείνει ισχυρό για τα επόμενα 15 χρόνια τουλάχιστον.
Το τελευταίο δίμηνο μετά τη σχετική εξομάλυνση των τιμών του φυσικού, αερίου επτά βιομηχανίες που κατά το πρώτο τρίμηνο του 2023 είχαν διακόψει την τροφοδοσία τους με φυσικό αέριο στρεφόμενες σε εναλλακτικές λύσεις, επανήλθαν στην ΕΔΑ Αττικής. ‘Οπως δήλωσε ο κ. Μπάκουρας, ακόμη και αν η τιμή του φυσικού αερίου στις διεθνείς αγορές φθάσει τους επόμενους μήνες στα 80 ευρώ/MWh, το καύσιμο θα παραμείνει ανταγωνιστικό.
Αναφερόμενος στις μελλοντικές εξελίξεις, τόνισε ότι το δίκτυο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για αέρια χαμηλού άνθρακα, με πρόσμιξη βιομεθανίου κατ’ αρχήν και υδρογόνου στη συνέχεια. Προς το παρόν πάντως, βιομεθάνιο δεν μπορεί να “τρέξει” στο δίκτυο, καθώς δεν υπάρχει το ανάλογο θεσμικό πλαίσιο. Αξίζει να αναφερθεί ότι στην Ελλάδα υπάρχουν σήμερα 80 εταιρίες παραγωγής βιομεθανίου.
Το 2022 λόγω της ενεργειακής κρίσης οι νέες συνδέσεις στο δίκτυο φυσικού αερίου στην Αττική μειώθηκαν κατά 50% σε σχέση με τις 24.000 συνδέσεις του 2021. Ομως ήδη από τις αρχές του 2023, το ενδιαφέρον αυξήθηκε με την εταιρία να έχει υπογράψει ως τώρα 5.061 νέες συμβάσεις, με στόχο να φθάσει συνολικά στις 13.500 ως το τέλος του 2023.